Τούτη η μέρα και όλη η Μεγάλη εβδομάδα,
δεν έχει νόημα κανένα αν μείνει απλώς ένα φολκλόρ που κάνουμε επειδή
το ίδιο έκαναν και οι πρόγονοί μας. Έχει νόημα μόνο αν όλα αυτά τα οποία
ψέλνουμε, ακούμε και διαβάζουμε αφορούν την ζωή μας. Αλλιώς είναι
σαν να βιώνουμε μια βαθύτατη υποκρισία, όπου ενώ ακούμε όλη την εβδομάδα
όλα αυτά τα υπέροχα λόγια, απ' όπου ξεχωρίζει αυτό το "αγαπάτε
αλλήλους" κι αυτό που ακούσαμε στην αρχή, ότι "απ΄ αυτό θα καταλαβαίνει
ο κόσμος αν είστε μαθητές μου, αν αγαπάτε αλλήλους", εμείς άλλα
κάνουμε. Αν αυτά τα λόγια δεν μιλούν πια στην καρδιά μας τότε είναι μάταιη
η πίστη μας. Ας φάμε, ας πιούμε, αύριο πεθαίνουμε! Δεν υπάρχει κανένα
μέλλον, καμία ελπίδα.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με
τον εαυτό μας θα πρέπει μάλλον να ταυτιστούμε τούτη τη βδομάδα με
τους γραμματείς, τους Φαρισαίους, με τον Ιούδα και με τον Πέτρο πάνω στην
ολιγοψυχία του όπως την ακούσαμε λίγο πριν. Καθημερινά Τον σταυρώνουμε.
Καθημερινά Τον προδίδουμε. Καθημερινά Τον αρνούμεθα. Καθημερινά
ψελλίζουμε "δεν θα πάω εγώ με τον σταυρό στο χέρι". Καθημερινά
μισούμε τους εχθρούς μας. Καθημερινά κατακρίνουμε. Καθημερινά δεν
συγχωρούμε. Καθημερινά δεν αυξάνουμε τα χαρίσματά μας προς όφελος
των άλλων, αλλά μόνο για να αποκομίσουμε κέρδος, δόξα, τιμές, ισχύ,
εξουσία.
Αν έπρεπε να αναζητήσουμε που βρισκόμαστε
εμείς, που θα ήμασταν αν ζούσαμε εκείνα τα χρόνια, είναι πολύ εύκολο
να καταλάβουμε ότι θα συνταζόμασταν μ' αυτούς που έβριζαν και κατηγορούσαν.
Θα φωνάζαμε να σωθεί ο Βαραββάς κι όχι ο Χριστός. Γιατί το φωνάζουμε
και στην σημερινή εποχή μια και έχουμε επιλέξει τον ρόλο του πλήθους,
του όχλου, αυτού που κραυγάζει, που φωνάζει, που αρνείται τις αξίες,
που δεν το ενδιαφέρει καθόλου αν ο Χριστός ήρθε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε,
αγάπησε, συγχώρησε, αν κήρυξε την Ανάσταση των νεκρών. Αλλά ζούμε
σαν να πρόκειται να πεθάνουμε αύριο και κοιτάμε τι θα φάμε, τι θα αρπάξουμε,
πως θα εκδικηθούμε.
Η Ελλάδα είναι από τις χώρες που όπου
γίνονται οι πιο πολλές μηνύσεις. Ο ένας κατηγορεί και μηνύει τον άλλο. Είναι
χώρα που έχει τεράστια διαφθορά. Όλοι κατηγορούμε εκείνους που κλέβουν
το δημόσιο, αλλά όλοι μαζί το κλέψαμε χρόνια τώρα συστηματικά, θεωρώντας
ότι αυτό το κράτος είναι αντίπαλο. Λέμε ότι χάθηκαν οι αξίες, αλλά
πιθανώς εμείς οι ίδιοι διδάσκουμε την έλλειψη των αξιών στα παιδιά μας.
Λέμε ότι φταίνε οι μεγάλοι και οι τρανοί της γης - και φταίνε. Αλλά κι εμείς
παριστάνουμε τους μεγάλους και τρανούς. Στην οικογένειά μας, στο περιβάλλον
μας, στο πανεπιστήμιο, στο σχολείο.
Αυτό
που θέλουμε να κάνουμε είναι να εξουσιάσουμε, να χτυπήσουμε, να ορίσουμε,
να φανούμε δυνατοί. Ετούτος ο τόπος εξηράνθη από αξίες και ομορφιά.
Ετούτος ο παράδεισος που έδωσε ο Θεός καταμεσής του Αιγαίου έχει
γίνει από εμάς ένα οικόπεδο χωρίς αξίες. Μιλάμε για πατρίδα, αλλά
την πατρίδα δεν την αγαπάμε. Μιλάμε για Θεό, αλλά τον Χριστό του ευαγγελίου
δεν Τον βλέπουμε.
Εμείς, λοιπόν, που λέμε πως είμαστε
χριστιανοί, που συναζόμαστε στις εκκλησίες την Μ. Εβδομάδα, που σε χρόνους
δίσεκτους και δύσκολους είμαστε ανάμεσα σε χιλιάδες ξένους, σε χιλιάδες
χιλιάδων μουσουλμάνους, σε εχθρούς που υπάρχουν γύρω απ' τα σύνορά μας,
σε μια εποχή που η εγκληματικότητα περίσσεψε, σε μια εποχή που η ανομία
έχει κορυφωθεί, σε μια εποχή που είναι εύκολο κανείς να χάσει την πίστη
του και στον Χριστό και στην πατρίδα και στα ιδανικά, εμείς που μαζευόμαστε
στους ναούς την Μ. Εβδομάδα θα πρέπει να κοιτάξουμε βαθιά μέσα στην καρδιά
μας.
Μήπως κι εμείς είμαστε με αυτούς που φωνάζουν
υπέρ του Βαραββά; Μήπως κι εμείς αρνούμεθα να είμαστε σαν τον ληστή
πάνω στον σταυρό, σαν την πόρνη που έπλυνε με τα μαλλιά της τα πόδια του
Χριστού, σαν εκείνους που έστω και την τελευταία στιγμή μετανόησαν και
Τον ακολούθησαν κι έκλαψαν κάτω από τον σταυρό; Μήπως μπροστά στον σταυρό
δεν κάνουμε τίποτα άλλο παρά υποκριτικά να κλαίμε, όχι γι' αυτό που
δεν είμαστε αλλά γι' αυτά που χάσαμε; Είναι μεγάλο το ερώτημα.
Το νόημα της Μ. Εβδομάδας δεν είναι να
κλαίμε για τον Χριστό που πέθανε στον σταυρό. Ο Χριστός αναστήθηκε και
κήρυξε την ανάσταση των νεκρών και μας κάλεσε σε ζωή αιώνιο και μας κάλεσε
στην σοφία και την αγιότητα. Είναι να κλαίμε για τον εαυτό μας που καθημερινά
αρνούμεθα τον Αναστημένο Κύριό μας. Είναι να κλαίμε γιατί δεν παίρνουμε
την απόφαση να σταυρωθούμε για ν' αναστηθούμε. Να σταυρώσουμε δηλαδή
τον εγωισμό μας για ν' αγαπήσουμε τους άλλους και να νικήσουμε τον πνευματικό
θάνατο, που θα μας κάνει μετά τον θάνατο τον σωματικό να τον βλέπουμε
με αδιαφορία. Είναι γι' αυτό που δεν αισθανόμαστε αιώνιοι και γι' αυτό
ζούμε πρόσκαιρα. Είναι γι' αυτό που δεν νιώθουμε την ανάσταση να κτυπάει
στα φυλλοκάρδια μας. Και γι' αυτό υποφέρουμε. Είναι γι' αυτό που χάνουμε
τόσο εύκολα το ηθικό μας μπροστά σε μια οικονομική κρίση που στο κάτω-κάτω
παίξαμε κι εμείς ένα ρόλο για να συμβεί.
Και ξεχνάμε, θα το ξαναπώ, ότι οι πρόγονοί
μας, οι Μικρασιάτες και οι Πόντιοι και οι πρόσφυγες ήρθαν από καταστροφές
όπου είχαν δει τα μάτια τους σφαγές φρικτές. Κι όμως ήρθαν και ξαναδημιούργησαν
και ξαναέφτιαξαν. Και χόρευαν στους καταυλισμούς τους. Και προσκύναγαν
τον Χριστό και την Παναγία γιατί είχαν πίστη δυνατή που τους κρατούσε
αιώνες σκλαβωμένους μέσα στους Τούρκους. Κι εμείς, ελεύθεροι σήμερα
με περίσσευμα δημοκρατίας, δεν κάνουμε τίποτα άλλο παρά να καίμε τα
σύμβολά μας και να τα αρνούμεθα.
Μην φωνάζουμε και μην παραπονιόμαστε
που κάποια παιδιά αγανακτισμένα καίνε την σημαία. Την κάψαμε εμείς
πρώτα μέσα στην καρδιά μας, απαξιώνοντας την Ελλάδα ασταμάτητα.
Μην παραπονιόμαστε που κάποιοι θέλουν να βγάλουν τις εικόνες και
τον σταυρό από τα δημόσια κτήρια. Τα ξεκρεμάσαμε πρώτα εμείς απ' τον
λαιμό μας, απ' το νοητό λαιμό μας, απ' την καρδιά και το μυαλό μας. Μην
φωνάζουμε για τις αξίες που χάθηκαν γιατί εμείς τις αξίες δεν τις διαδίδουμε.
Γιατί ξεχάσαμε ότι όλοι αυτοί που είναι συνηγμένοι κάτω απ' τον σταυρό,
οι μαθητές Του, όταν φωτίστηκαν με το Άγιο Πνεύμα ξεχύθηκαν στην οικουμένη
για να κηρύξουν Χριστό εσταυρωμένο και αναστημένο.
Κι εμείς καθόμαστε αμήχανοι και κοιτάμε
τα χρόνια ν' αλλάζουνε και φωνάζουμε μόνο σαν ανόητοι απόμαχοι,
οι οποίοι χάσαν την ελπίδα τους, αντί να ξεχυθούμε κι εμείς στους δρόμους,
όχι με τα δάχτυλα σηκωμένα βρίζοντας, αλλά με τις αγκαλιές ανοιγμένες
διάπλατα στον ορίζοντα, σταυρωμένοι δηλαδή, ν' αγκαλιάσουμε τους
ανθρώπους, τους αναγκεμένους, τους φτωχούς, εκείνους που έχουν χάσει
κάθε ηθικό και να τους πούμε "ζει Κύριος ο Θεός". Να το νιώσουμε
εμείς για να το πούμε στους άλλους. Γιατί αλλιώς δεν έχει νόημα που ερχόμαστε
στην Εκκλησία την Μ. Εβδομάδα.
Κοροϊδεύουμε και τον εαυτό μας και
τον Χριστό. Είναι σαν να παρακολουθούμε μια παράσταση. Αλλά όμως αδερφοί
μου αυτά δεν είναι παράσταση. Είναι η ανάμνηση των γεγονότων της θείας
οικονομίας. Είναι η ανάμνηση του ότι ο Χριστός ήρθε, σαρκώθηκε, έγινε
άνθρωπος, δίδαξε ένα λόγο που τον έχουμε ξεχάσει και δεν τον ακούμε
και δεν τον διαβάζουμε και δεν τον μελετάμε και δεν τον λαμβάνουμε υπόψη
μας, ενώ αφήνουμε κατά τη διάρκεια της βδομάδας να μας βομβαρδίζουν
ασταμάτητα οι τηλεοράσεις και οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί
και οι διάφοροι, που οι περισσότεροι από αυτούς λόγο Χριστού, λόγο
Θεού, δεν έχουν καθόλου μέσα τους. Και το ευαγγέλιο-τα καλά νέα- το 'χουμε
αφημένο σε μια άκρη, σ' ένα σκονισμένο
ράφι, να το πιάσουμε κάποτε, να το θυμηθούμε. Κι όμως το ξεχνάμε. Ο
λόγος του Κυρίου αδυνατεί μέσα μας και ξεχνιέται. Και ο λόγος ο άλλος
του κόσμου τούτου κορυφώνεται μέσα μας και μας στρέφει προς το κακό.
Μην κοροϊδευόμαστε.
Οι καιροί είναι δύσκολοι. Οι καιροί
είναι πάρα πολύ δύσκολοι, όχι γιατί ελαφρύναν οι τσέπες μας, αλλά
γιατί εβαρύνθη η καρδιά μας και ξεχάσαμε και τα ήθη μας και τα ιδανικά
μας και την πίστη μας κι έτσι βρισκόμαστε άνυδροι σ' ένα τόπο που έδωσε
ο Θεός να έχουν γεννηθεί εκατομμύρια άγιοι και δίκαιοι και ήρωες.
Κι εμείς τώρα, ανάξιοι απόγονοι όλων αυτών των καταπληκτικών προγόνων,
φιλοσόφων, ηρώων και αγίων, στεκόμαστε αμήχανοι και κοιτάμε με φόβο
το μέλλον. Και ξεχάσαμε ότι οι άνθρωποι που υπήρχαν πριν από εμάς σε
τούτο τον τόπο ζούσαν μέσα στην ψυχή τους, ακόμα και στους πιο φρικτούς
καιρούς της Τουρκοκρατίας μ' εκείνη την προσευχή που έλεγε "Κύριος
ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει" κι έλεγαν πάλι "Ει ο Θεός
μεθ' ημών ουδείς καθ' ημών". Κι έτσι, λοιπόν, οι πρόγονοί μας έγιναν
μάρτυρες και νεομάρτυρες και ήρωες γιατί μπορεί να ήταν πάμφτωχοι,
ξυπόλυτοι και κατατρεγμένοι, αλλά είχαν θάρρος και πίστη μεγάλη. Αυτά
που δεν διαθέτουμε εμείς.
Αδερφοί μου, μπροστά στον σταυρό καθώς
γονατίζουμε ας αναρωτηθούμε. Είμαστε αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε
ή μήπως περιοριζόμαστε απλώς να κατηγορούμε τους άλλους, τους πολιτικούς,
τους άρχοντες, τους δυνατούς της γης, αλλά κι εμείς ακριβώς το ίδιο κάνουμε
στον μικρόκοσμό μας; Μήπως κατηγορούμε τους άλλους για άδικους αλλά
άδικοι είμαστε;
Μήπως κατηγορούμε τους άλλους για σκληρόκαρδους αλλά
σκληρόκαρδοι είμαστε; Μήπως κατηγορούμε τους άλλους ότι καταστρέφουνε
το οικοσύστημα αλλά κι εμείς καταστρέφουμε και συμβολικά και πραγματικά
τον μικρό οικοσύστημα του σπιτιού μας, του εξοχικού μας, του χωριού μας;
Μήπως κατηγορούμε τους άλλους ότι είναι βλάσφημοι και κακοί αλλά κι
εμείς την μικροκακία μας την έχουμε κι όλο τον καιρό τον περνάμε με κουτσομπολιά
και ζηλοφθονίες κι ανοησίες κι ο χρόνος χάνεται και φεύγει κι εμείς
ζούμε πεθαμένοι πνευματικά;
Καθώς προσκυνάμε τον σταυρό ας αναρωτηθούμε:
Είμαστε αντάξιοι αυτού που ονειρευτήκαμε κάποτε, όταν ήμαστε έφηβοι
και φτιάχναμε τον κόσμο στο μυαλό μας κι ονειρευόμασταν ένα καλύτερο
κόσμο; Ή μήπως επειδή σκλήρυνε η καρδιά μας έχουμε βολευτεί σε μια φρικτή
ρουτίνα, σε συμβιβασμένες σχέσεις; Μήπως μας έχει φάει ο φόβος του θανάτου;
Μήπως μας έχει φάει η απελπισία; Μήπως όλα αυτά που λέμε και σκεφτόμαστε
στον ξύπνιο και τον ύπνο μας είναι ακριβώς τα αντίθετα απ' όσα διαβάζουμε
στο ευαγγέλιο;
Αδερφοί μου, ήρθε ο καιρός της μετανοίας
για όλους μας. Ό,τι κι αν κάναμε, ό,τι κι να υπήρξαμε, όσο κι να καταναλώσαμε,
όσο κι αν αδικήσαμε, όσο κι αν προδώσαμε τον Χριστό. Ας γίνουμε σαν
τον ληστή εκείνο που δίπλα στον σταυρό κέρδισε την βασιλεία Του. Ο Χριστός
ο εσταυρωμένος που Τον αντικρίζουμε να εικονίζεται αυτή τη στιγμή
μπροστά μας είναι ο Θεός της αγάπης. Δεν είναι ένα είδωλο που βρίσκεται
κρεμασμένο στον τοίχο ή που Τον συναντάμε
καμμιά Κυριακή στην εκκλησία.
Μας κρατάει αγκαλιά καθώς πηγαίνουμε
στην δουλειά μας, καθώς τσακωνόμαστε, καθώς θυμώνουμε, καθώς λυπόμαστε.
Ο Χριστός του ευαγγελίου θέλει όλοι να σωθούν. Αφήνει τα 99 πρόβατα
και τρέχει πίσω από το ένα. Δηλαδή εμάς. Δεν ήρθε να καλέσει τους τάχα
δικαίους, αλλά τους αμαρτωλούς στην μετάνοια. Δηλαδή εμάς. Δεν ήρθε
για να κρίνει κανένα, αλλά ήρθε εβδομηκοντάκις επτά να συγχωρεί και
το ίδιο πρέπει να κάνουμε κι εμείς.
Ας αλλάξουμε την ζωή μας, ας την μπολιάσουμε
με τον λόγο Του, ας την μπολιάσουμε με την χαρά Του. Ας ζήσουμε την ζωή
μας γιατί σήμερα το βράδυ μπορεί να πεθάνουμε. Κανείς δεν μας εγγυάται
ότι θα ζήσουμε αιώνια έτσι όπως συνήθως σκεφτόμαστε απωθώντας την
ιδέα του θανάτου.
Αδερφοί μου, η ζωή είναι υπέροχη όταν
είσαι κοντά στον Χριστό. Αδερφοί μου, ας προσκυνήσουμε τα πόδια Του
κι ας αφήσουμε εκεί ό,τι βάσανο, ό,τι στεναχώρια, ό,τι θυμό, ό,τι μίσος
για τον αδερφό μας έχουμε. Για να γίνουμε πάλι μαθητές Του. Και αυτός
ο λόγος που ακούσαμε πριν λίγο "από αυτό θα καταλαβαίνει ο κόσμος
αν είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη μεταξύ σας", ας γίνει πράξη.
Πρώτ' απ' όλα μεταξύ ημών των χριστιανών. Για να ξαναγίνουμε το άλας
της γης που συντηρεί τον κόσμο. Για να ξαναγίνουμε εκείνοι που δίνουμε
αισιοδοξία σ' ένα κόσμο απελπισίας. Για να ξαναγίνουμε εκείνοι
που θα δίνουμε την χαρά μέσα σ' όλη αυτή την ατέλειωτη λύπη και οργή
που βασιλεύει γύρω μας. Ο Θεός να μας φωτίζει. Αμήν!
Απομαγνητοφώνηση Αναστασία Χ΄παύλου