Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
(επιλεγμένα αποσπάσματα από τον λόγο του)
Πάλιν
ο Ιησούς μου, και πάλιν μυστήριον. Μυστήριον το οποίο δεν είναι
ψεύτικον ούτε απρεπές, ούτε προέρχεται από την ελληνικήν (σημ.
ειδωλολατρική) πλάνην και την μέθην (διότι εγώ έτσι αποκαλώ τα της
λατρείας των και νομίζω ότι αυτό κάνει και κάθε λογικός άνθρωπος), αλλά
και μυστήριον και θείον και υψηλόν και δημιουργεί λαμπρότητα. Διότι η
αγία ημέρα των Φώτων, εις την οποίαν έχομεν φτάσει και την οποίαν έχομεν
αξιωθή να εορτάσωμεν σήμερα, έχει μεν ως αρχήν το βάπτισμα του Χριστού
μου, του αληθινού φωτός το οποίον φωτίζει κάθε άνθρωπο ο οποίος έρχεται
εις τον κόσμον, πραγματοποιεί δε τον καθαρισμόν μου και βοηθεί το φως το
οποίον έχομεν λάβει από τον Θεόν κατά την δημιουργίαν και το οποίον
έχομεν κάνει να σκοτεινιάση και να αδυνατίση. Ακούσατε λοιπόν την φωνήν
του Θεού, η οποία εις εμένα μεν, τον οπαδό και τον εξηγητήν των τοιούτων
πραγμάτων, ακούγεται πολύ δυνατά, μακάρι δε να ακουσθή και σε σας: «Εγώ
είμαι το φως του κόσμου» και δια τον λόγον αυτόν· «πλησιάσετέ τον και
πάρετε φως, και τα πρόσωπά σας δεν θα σκιασθούν από εντροπήν», επειδή
έχουν την σφραγίδα του αληθινού φωτός. Να, ευκαιρία αναγεννήσεως, ας
γίνωμεν ουράνιοι.
Να,
καιρός αναδημιουργίας, ας ξαναβρούμε τον πρώτον Αδάμ. Να μην μείνωμεν
εκείνο το οποίον είμεθα, αλλά να γίνωμεν εκείνο το οποίον ήμεθα κάποτε.
Το φως φωτίζει μέσα εις το σκοτάδι με την παρούσαν ζωήν και την σάρκα.
Και το καταδιώκει μεν, αλλά δεν κατορθώνει να το εξουδετερώση το
σκοτάδι, η εχθρική δηλαδή δύναμις, η οποία επιτίθεται μεν από θρασύτητα
εις εκείνον ο οποίος ομοιάζει προς τον Αδάμ, αλλά πέφτει επάνω εις τον
Θεόν και νικάται, δια να ρίπτωμεν από πάνω μας το σκοτάδι και να
πλησιάζωμεν προς το φως και να γινώμεθα τέλειον φως, τέκνα τελείου
φωτός. Βλέπετε την ωραιότητα της ημέρας; Βλέπετε την δύναμιν του
μυστηρίου; Δεν έχετε υψωθή από την γην; Δεν έχετε τοποθετηθή καθαρά
επάνω, αφού ανυψωθήκατε από την φωνήν και τους πνευματικούς μου λόγους;
[…]
Ο ίδιος Λόγος είναι και φοβερός εξ αιτίας της φύσεώς του, δι’ εκείνους
οι οποίοι δεν είναι άξιοι και ικανός, εξ αιτίας της αγάπης του προς τον
άνθρωπον, να εισέλθει εις εκείνους οι οποίοι έχουν προετοιμασθή κατ’
αυτόν τον τρόπον και εις όσους, αφού έχουν εκδιώξει το ακάθαρτον και
υλικόν πνεύμα των ψυχών, εκαθάρισαν τας ψυχάς των και τας εστόλισαν με
την καθαράν γνώσιν, την οποίαν δεν άφησαν ούτε αργήν ούτε άπρακτον, ώστε
να κυριευθή πάλιν από τα επτά πνεύματα της κακίας, τα οποία είναι τόσα
όσα και τα πνεύματα της αρετής και τα οποία επιτίθενται με μεγαλυτέραν
ορμήν (διότι είναι πιο αξιέπαινον εκείνο το οποίο κατορθώνεται
δυσκολώτερα). Και εις εκείνους οι οποίοι, εκτός από το να αποφεύγουν την
κακίαν εργάζονται και την αρετήν, αφού έβαλαν μέσα των όσον
περισσότερον ημπόρουν ολόκληρον τον Χριστόν, εις τρόπον ώστε να μην εύρη
η πονηρά δύναμις κανένα κενόν δια να εισέλθη και να τα συμπληρώση, και
να γίνουν τα τελευταία χειρότερα από τα πρώτα, λόγω του ότι η επίθεσις
είναι πιο ισχυρά και η φρουρά πιο ασφαλής και δυσκολοκυρίευτος. Όταν θα
φυλάξωμεν πολύ προσεκτικά την ψυχήν μας και ετοιμάσωμεν την καρδία μας
δια πνευματικάς αναβάσεις, και ετοιμάσωμεν εις τους εαυτούς μας
πρωτοκαλλιέργητα χωράφια, και σπείρωμεν καρπόν δικαιοσύνης…
[…]
Επειδή η ουσία της εορτής είναι το να ενθυμούμεθα τον Θεόν, ας
σκεφτούμε τον Θεόν. Διότι νομίζω ότι και ο ήχος από εκείνους οι οποίοι
εορτάζουν εις την άλλην ζωήν, όπου είναι η κατοικία όλων όσων
ευφραίνονται, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Θεός, ο οποίος υμνείται και
δοξάζεται από εκείνους οι οποίοι έχουν αξιωθή να εισέλθουν εις τον τόπον
αυτόν […]. Όταν αναφέρω τον Θεόν, ας σας φωτίζουν ένα και, ταυτοχρόνως
τρία φώτα. Τρία μεν λόγω των ιδιοτήτων, δηλαδή υποστάσεων, εάν προτιμά
κανείς να τους ονομάζει έτσι, ή των προσώπων (διότι δεν πρόκειται να
φιλονικήσωμεν δια τα ονόματα, όταν αι λέξεις έχουν την ίδιαν σημασίαν).
Ένα δε λόγω της ενότητος της ουσίας, δηλαδή της θεότητος.
Διότι
διαιρούνται και παραμένουν αδιαίρετα, δια να το ειπώ έτσι, και
ενώνονται, ενώ παραμένουν διαιρεμένα. Διότι η θεότης είναι εν, το οποίον
διακρίνεται εις τρία, και τρία τα οποία είναι ένα. Εκείνα εις τα οποία
υπάρχει η θεότης, ή, δια να ακριβολογήσω περισσότερον, εκείνα τα οποία
αποτελούν την θεότητα. Θα αποφύγωμεν τας υπερβολάς και τας παραλείψεις,
χωρίς να κάμωμεν ούτε την ένωσιν σύγχυσιν, ούτε την διαίρεσιν
αποξένωσιν. Ας μείνει το ίδιο μακριά από μας και η συναίρεσις του
Σαβελλίου και ο διαχωρισμός του Αρείου, τα δύο αυτά εκ διαμέτρου
αντίθετα κακά, τα ισάξια ως προς την ασέβειαν.
[…]
Και ποιο είναι το φοβερόν μυστήριον το οποίο γίνεται προς χάριν μας;
Ανανεώνονται αι φύσεις και ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Και εκείνος ο οποίος
είχε ανέβει επάνω από τους ουρανούς των ουρανών, εις την ανατολήν της
δόξης και της λαμπρότητός του, δοξάζεται εις την δύσιν από την ιδικήν
μας ασημαντότητα και ταπεινότητα, και ο Υιός του Θεού δέχεται και να
γίνει και να ονομασθεί υιός ανθρώπου. Όχι επειδή μετεβλήθη εκείνο το
οποίο ήτο (διότι είναι αμετάβλητον), αλλ’ επειδή προσέλαβεν εκείνο το
οποίο δεν ήτο (διότι αγαπούσε τον άνθρωπον), δια να γίνει χωρητός ο
αχώρητος και να έλθη εις επικοινωνίαν μαζί μας με την σάρκα, σαν μέσα
από κάποιο παραπέτασμα, επειδή δεν ημπορούσε η ανθρώπινη φύσις, η οποία
υπέκειτο εις δημιουργίαν και φθοράν, να αντέξει την θεότητά του.
Δια
τον λόγον αυτόν ενώνονται τα πιο αντίθετα πράγματα. Όχι μόνο ο Θεός με
την δημιουργίαν, ούτε ο νους με την σάρκα, ούτε το έξω από τον χρόνον με
τον χρόνον, ούτε το απεριόριστο με το μέτρον, αλλά και η γέννησις με
την παρθενίαν, και το υψηλότερον από κάθε τιμήν με την ατιμίαν, και το
μη υποκείμενον εις πάθος με το πάθος, και το αθάνατον με το φθαρτόν.
Επειδή ο εφευρέτης της κακίας ενόμιζεν ότι είναι ανίκητος, εφ’ όσον μας
είχε δελεάσει με την ελπίδα να γίνωμεν θεοί, δελεάζεται ο ίδιος από την
εμφάνισιν της σαρκός, δια να επιτεθεί εις τον Αδάμ και να προσκρούση εις
τον Θεόν, και έτσι να σώση ο νέος Αδάμ τον παλαιόν, και να λυθή η
καταδίκη της σαρκός, αφού θα έχη θανατωθή από την σάρκα ο θάνατος.
[…]
Τώρα πρόκειται δι’ άλλην πράξιν του Χριστού και δι’ άλλο μυστήριον. Δεν
ημπορώ να συγκρατήσω την χαράν μου. Νιώθω να γεμίζω από Θεόν. Λίγο
ακόμη και θα αρχίσω να κηρύσσω την ευχάριστον αγγελίαν, όπως ο Ιωάννης,
έστω και αν δεν είμαι πρόδρομος, πάντως θα το κάμω από την ερημίαν. Ο
Χριστός φωτίζεται, ας φωτισθώμεν μαζί του. Ο Χριστός βαπτίζεται, ας
κατέβωμεν μαζί του εις τον ποταμόν δια να ανεβώμεν και μαζί του. Ο
Ιησούς βαπτίζεται. Θα πρέπει να προσέξωμεν μόνο το βάπτισμα ή και όλα τα
άλλα; Δηλαδή ποιος ήτο, από ποιον εβαπτίσθη και πότε εβαπτίσθη; Ότι ήτο
καθαρός, ότι εβαπτίσθη από τον Ιωάννην και ότι μετά ήρχισε τα θαύματα;
Δια να μάθωμεν τι και δια να διαπαιδαγωγηθώμεν εις τι; Ότι πρέπει να
καθαριζώμεθα προηγουμένως, να είμεθα ταπεινόφρονες και να κηρύσσωμεν
μόνον όταν είμεθα ολοκληρωμένοι κατά την πνευματικήν και σωματικήν
ηλικίαν.
Το
πρώτο (πρέπει να το είπωμεν) προς εκείνους οι οποίοι σκοπεύουν να
βαπτισθούν, ενώ δεν έχουν προηγουμένως προετοιμασθή και ενώ δεν παρέχουν
εγγυήσεις με την συνήθειάν των να πράττουν το καλόν, ότι η λύτρωσίς των
θα παραμείνει σταθερά. Διότι εάν το χάρισμα (διότι πράγματι είναι
χάρισμα) παρέχει άφεσιν των παρελθόντων, τότε είναι περισσότερον
ταιριαστόν προς την ευσέβειαν το να μην ξαναγυρίσωμεν εις εκείνα τα
οποία έχομεν εμέσει. Το δεύτερον αναφέρεται εις εκείνους οι οποίοι
υπερηφανεύονται έναντι των ιερέων, αν είναι κάπως ανώτεροι από αυτούς.
Το τρίτον δε προς εκείνους οι οποίοι βασίζονται εις τον νεανικόν των
ενθουσιασμόν και νομίζουν ότι η κάθε περίστασις είναι κατάλληλος δια
διδασκαλίαν ή κατάληψιν της πρωτοκαθεδρίας.
Ο
Ιησούς υποβάλλεται εις κάθαρσιν και συ την περιφρονείς; (Καθαρίζεται)
υπό του Ιωάννου, και συ επαναστατείς εναντίον του κήρυκός σου;
Καθαρίζεται όταν είναι ήδη τριάκοντα ετών, και συ προτού καν βγάλεις
γένια διδάσκεις τους γέροντας ή τουλάχιστον νομίζεις ότι τους διδάσκεις,
ενώ ούτε η ηλικία ούτε και ενδεχομένως, η συμπεριφορά σου σε κάνουν
άξιον σεβασμού; Εις την περίπτωσιν αυτή έρχονται εις την γλώσσαν τα
παραδείγματα του Δανιήλ και των άλλων νέων κριτών, επειδή καθένας ο
οποίος αδικεί, εύκολα βρίσκει δικαιολογίας. Δεν αποτελεί όμως νόμον της
Εκκλησίας εκείνο το οποίον είναι κάτι σπάνιον, όπως την άνοιξιν δεν την
φέρει ένα μόνον χελιδόνι, όπως δεν κάνει και μια μόνον γραμμή τον
γεωμέτρην, ή ένα μόνον ταξίδι τον ναυτικόν.
[…]
Ο Ιωάννης όμως βαπτίζει και έρχεται να βαπτισθή ο Ιησούς, δια να αγιάση
μεν ενδεχομένως και τον βαπτιστήν, όπως είναι καταφανές, δια να θάψη
μέσα εις το ύδωρ όλον τον παλαιόν Αδάμ και να αγιάση πριν απ’ αυτούς και
χάριν αυτών τον Ιορδάνην. Όπως ο ίδιος ήταν πνεύμα και σάρξ, έτσι δίδει
πνευματικήν ολοκλήρωσιν με Πνεύμα και ύδωρ. Ο βαπτιστής δεν δέχεται και
ο Ιησούς αγωνίζεται να τον πείση. «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από
σένα», λέγει ο λύχνος εις τον Ήλιον, η φωνή εις τον Λόγον, ο φίλος εις
τον Νυμφίον, ο ανώτερος από κάθε άλλο γέννημα γυναικός εις τον
Πρωτότοκον ολοκλήρου της δημιουργίας, εκείνος ο οποίος εσκίρτησεν ενώ
ευρίσκετο μέσα εις την κοιλίαν εις εκείνον ο οποίος επροσκυνήθη μέσα εις
την κοιλίαν, εκείνος ο οποίος προέτρεξε και ο οποίος θα προτρέξει εις
εκείνον ο οποίος εφάνη και θα φανή […]
Τι
δε είναι το φτυάρι; Η κάθαρσις. Τι είναι δε το πυρ; Το κάψιμον κάθε
νοητού πράγματος και η αναζωπύρωσις του πνεύματος. Τι είναι δε αξίνη; Το
κόψιμον της ψυχής, η οποία, αφού γεμίσει με ακαθαρσίας, έχει καταστή
αθεράπευτος. Τι είναι η μάχαιρα; Η τομή την οποία κάνει ο Λόγος και η
οποία ξεχωρίζει το κακόν από το καλόν και τον πιστόν από τον άπιστον και
η οποία κάνει τον υιόν και την θυγατέρα και την νύμφην να επαναστατούν
κατά του πατρός και της μητρός και της πενθεράς, και τα νέα και πρόσφατα
(να επαναστατούν) κατά των παλαιών τα οποία είναι σκιώδη…
[…]
Αλλά και ανεβαίνει από το ύδωρ ο Ιησούς. Ανεβάζει μαζί του και τον
κόσμο και βλέπει να σχίζωνται οι ουρανοί, τους οποίους ο Αδάμ είχε
κλείσει δια τον εαυτό του και δια τους απογόνους του, όπως είχε κλείσει
και με την μάχαιραν του πυρός τον παράδεισον. Και το Πνεύμα μαρτυρεί την
Θεότητα (διότι το όμοιον σπεύδει προς το όμοιον) και η φωνή από τους
ουρανούς (διότι απ’ εκεί προέρχονταν εκείνος δια τον οποίον εδίδετο η
μαρτυρία). Εμφανίζεται δε ωσάν περιστέρι (διότι τιμά το σώμα, αφού και
αυτό γίνεται Θεός με την θέωσιν, όταν αυτή θεωρήται από την πλευράν του
σώματος) και λόγω του ότι είναι από πολύ παλαιά συνηθισμένο να φέρη την
ευχάριστον αγγελίαν της παύσεως του κατακλυσμού το περιστέρι. Εάν κρίνης
την θεότητα με όγκους και με σταθμά, και δια τον λόγον αυτόν σου
φαίνεται μικρόν το Πνεύμα, επειδή παρουσιάζεται με την μορφή
περιστεριού, ω ανόητε και μικρόψυχε δια τα πιο μεγάλα, είναι καιρός να
δυσφημίσης και την βασιλείαν των ουρανών, επειδή παρομοιάζεται με ένα
σπειρί από σινάπι, και να υπερυψώνεις τον διάβολον πιο πολύ από την
μεγαλειότητα του Ιησού, επειδή αυτός μεν ονομάζεται βουνό μέγα και
Λεβιάθαν και βασιλεύς όσων ευρίσκονται εις τα ύδατα, ενώ ο Ιησούς
ονομάζεται αρνίον και μαργαρίτης και σταγών και άλλα παρόμοια.
[…]
Εμείς ας τιμήσωμεν σήμερα το βάπτισμα του Χριστού και ας το εορτάσωμεν
σωστά με το να ευφραινόμεθα πνευματικά και όχι να περιποιούμεθα την
κοιλίαν μας. Θα ευφρανθούμεν δε με ποίον τρόπον; Λουσθήτε δια να
καθαρισθήτε. Αν μεν είστε κόκκινοι από την αμαρτίαν και ολιγώτερον
κόκκινοι από το αίμα, τότε να γίνετε λευκοί όπως το χιόνι. Αν είσθε
κόκκινοι και άνθρωποι γεμάτοι από αίματα, τότε ας φθάσετε έστω και την
λευκότητα του μαλλιού. Πάντως καθαρισθήτε και φροντίζετε να καθαρίζεστε,
επειδή με τίποτε άλλο δεν χαίρεται τόσον πολύ ο Θεός, όσο με την
διόρθωσιν και την σωτηρίαν του ανθρώπου, χάριν του οποίου έχουν λεχθή τα
πάντα και έχουν δοθή όλα τα μυστήρια, δια να γίνετε φωτεινά αστέρια δια
τον κόσμον και δύναμις ζωτική δια τους άλλους ανθρώπους. Δια να
παρουσιασθήτε ωσάν τέλεια φώτα εις το μεγάλο φως, και να μυηθείτε εις
την φωταγωγίαν η οποία πηγάζει από εκεί, παίρνοντες φως καθαρώτερον και
δυνατότερον από την Τριάδα, της οποίας σήμερα έχετε υποδεχθή την μια
αυγήν από την μία Θεότητα, εις το πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου
μας, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η εξουσία εις τους αιώνας των
αιώνων. Αμήν».
(Έργα αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 5).