Τί θέλω να πώ? Ο Χριστός μας λέει
ότι πρέπει να αγαπούμε ο ένας τον άλλο. Δεν κάνει διακρίσεις. Τί εννοεί? Μου φαίνεται
ότι θέλει να αγαπάμε κάθε άνθρωπο, ακόμα κι αυτόν που συναντάμε τυχαία στο δρόμο, ένα
γνωστό ή άγνωστο ή ξένο, κάποιον που μας έλκει ή όχι. Θέλει να εκτιμούμε τον
καθένα, να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι άνθρωπος με αιώνια μοίρα. Είναι άνθρωπος
που τον έφερε ο Θεός από το τίποτα στη ζωή για να βάλει τη δική του προσωπική και
μοναδική συνεισφορά στη ζωή της ανθρωπότητας. Αυτός ο άνθρωπος μπορεί να μην μας
αρέσει – απλά, ανθρώπινα. Μπορεί να μας φαίνεται παράξενος – δεν μπορούμε να τον
καταλάβουμε - αλλά ο Θεός τον κάλεσε στη ζωή και τον έβαλε μέσα στον κόσμο
για να προσφέρει κάτι σ΄αυτό τον κόσμο που δεν είμαστε ικανοί να το προσφέρουμε
εμείς. Επιπλέον, διασταυρώνει τον δικό μου δρόμο για να μου αποκαλύψει κάτι.
Πρώτα θα μου αποκάλυπτε την δική μου
ανικανότητα να βλέπω κάθε άνθρωπο σαν εικόνα. Άραγε την βλέπουμε ο ένας στον άλλον?
Φοβάμαι, όχι. Υπάρχουν για μας οι δικοί μας άνθρωποι που τους εκτιμούν και οι άλλοι,
οι ξένοι.
Και λοιπόν, σ΄αυτούς τους „ξένους“
πρέπει να κοιτάξουμε με ιδιαίτερη προσοχή, επειδή εκείνοι μας ρωτάνε: Είσαι με τον
Χριστό ή όχι? Γιατί αυτόν τον άνθρωπο, που τον αγαπούσε ο Χριστός μέχρι το θάνατό
Του στο Σταυρό, δεν θέλουμε να τον γνωρίζουμε. Μας φαίνεται παράξενος, δεν τον καταλαβαίνουμε,
και δεν μας ενδιαφέρει. Αν δεν υπήρχε καθόλου, θα απολαμβάναμε τη ζωή μας και χωρίς
αυτόν. Άραγε αυτό είναι η χριστιανική αγάπη? Πρέπει να μαθαίνουμε να κοιτάζουμε σε
κάθε άνθρωπο που συναντάμε λέγοντας: Είναι μια εικόνα του Χριστού, μια εικόνα του
Θεού, είναι ένας άνθρωπος που μας τον έστειλε ο Θεός. Τον έστειλε για να μου μάθει
κάτι, για να μου προσφέρει κάτι, για να βάλει μπροστά μου μια ερώτηση, ένα
ζήτημα του Θεού. Καμιά φορά μπορούμε να το συνειδητοποιούμε, αν και όχι αμέσως.
Καμιά φορά, όμως, δεν το καταφέρνουμε μέχρι την στιγμή που είναι ήδη αργά.
Θυμάμαι μια κουβέντα με έναν ρώσο
ιερέα στα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης, που ήταν στρατιώτης στο Λευκό στρατό και
αφοσίωσε όλη τη ζωή του στη μάχη κατά του σοβιετισμού, απαρνιόταν με όλη την ψυχή
του τον Στάλιν. Όταν έμαθε ότι ο Στάλιν έχει πεθάνει συνέβηκε κάτι που δεν το περίμενε:
Αναρωτήθηκε: Α, τί θα γίνει αν ο Θεός τον κρίνει όπως τον έκρινα εγώ και δεν μπορώ
να σταματήσω να τον κρίνω? Τον μισούσα. Άραγε ο Θεός, αν τον δει μπροστά Του τον
συναντάει με μίσος και τον αρνιέται? Και όχι μόνο για κάποιο καιρό, αλλά για πάντα,
αιώνια?
Θυμάμαι πως μου είπε, ότι τρόμαξε
για τον εαυτό του και τινάχτηκε μπροστά στο βωμό, έπεσε στα γόνατα και είπε: Κύριε,
συγχώρησε το μίσος μου προς εκείνο τον άνθρωπο! Βρίσκεται τώρα μπροστά στην
Τελική Κρίση. Κύριε, να μην ακούσεις πώς τον έκρινα. Ήταν ένα άκρο, μια κατάσταση,
στην οποία δεν βρίσκεται κανείς από μας και, Θεός φυλάξοι, κανείς δε θα πέσει. Μα
ποιός ξέρει? Πόσοι άνθρωποι ζούνε γύρω μας που δεν τους αγαπάμε, δεν τους δεχόμαστε
και τους αρνούμαστε, αν και όχι τόσο δυνατά?
Λοιπόν, ας σκεφτούμε σε ποιο επίπεδο
της αγάπης βρισκόμαστε. Ίσως στο επίπεδο της αγάπης των παιδιών προς τους γονείς
τους, της νύφης προς τον γαμπρό, της αγάπης δυο αχώριστων φίλων που ποτέ δεν έτυχε
να βλέπουν τον αγαπημένο τους φίλο σε πόνο και με αρνητικά χαρακτηριστικά? Ή μήπως
βρισκόμαστε ανάμεσα σ΄εκείνους τους ανθρώπους που γύρω τους μένουν μόνο ξένοι, για τους
οποίους δεν υπάρχει ο πλησίον, που τον αγαπούνε μόνο εφόσον δεν ενοχλεί, μα τον απωθούν,
όταν στέκεται στο δρόμο τους? Αν μπορούμε να σκεφτόμαστε οποιονδήποτε με έναν τέτοιο
τρόπο (Είμαι σίγουρος ότι σκεφτόμαστε έτσι για πολλούς ανθρώπους γύρω μας), τότε
δεν έχουμε ακόμα καταλάβει τί σημαίνουν τα λόγια του Χριστού: Να αγαπήσετε ο ένας
τον άλλον, όπως Σας αγαπούσα Εγώ. Δεν αγαπούσε τον καθέναν από μας για τις αρετές,
την ομορφιά, την καλοσύνη του. Όχι, αλλά επειδή ο καθένας από μας χρειάζεται τη
αγάπη για να γίνει άνθρωπος, για να συνέλθει, για να γίνει η καινούργια δημιουργία,
για να μπει η ζωή μέσα του.
Λοιπόν, ας κοιτάξουμε ο ένας τον άλλο,
τουλάχιστον στο ναό μας, τουλάχιστον ανάμεσα στους γνωστούς μας αναρωτώμενοι: Αγαπάω
αυτόν τον άνθρωπο? Αν όχι, δεν αρχίσαμε ακόμα να αγαπούμε με την αγάπη του Χριστού.
Και τί τρομερό θα είναι, όταν θα σταθώ κάποτε μπροστά στο Θεό και γύρω μου θα είναι
άνθρωποι που τους γνώριζα όλη την ζωή μου και θα πω: Αυτούς τους ανθρώπους δεν τους
αγάπησα ποτέ, δεν τους αγαπάω και δεν θέλω να τους γνωρίζω. Θέλω να μπω στον
παράδεισό Σου, Κύριε! Εκεί δεν θα υπάρχει θέση γι΄αυτούς επειδή δεν υπήρξε θέση
γι΄ αυτούς στην καρδιά μου στη γη! Σκεφτείτε, γιατί η εντολή του Χριστού: Αγαπήστε
ο ένας τον άλλον, όπως σας αγαπούσα Εγώ – δεν είναι εύκολη. Απαιτεί από μας να πλησιάζουμε
τη ζωή με εναν εντελώς καινούργιο τρόπο.
Ας σκεφτούμε! Ας σκεφτούμε απλά εκείνον
τον άνθρωπο που βρίσκεται τώρα κοντά μας. Είναι δικός μας άνθρωπος ή ξένος? Υπάρχει
για μένα ή απλά δεν υπάρχει? Αν υπάρχει, πώς?
Ας τα σκεφτούμε όλα αυτά! Επειδή κάποτε
– αργά ή γρήγορα - θα σταθούμε μπροστά στο Χριστό, ο οποίος θα μας πει: Ενσαρκώθηκε
γι΄ αυτόν τον άνθρωπο. Πέθανε γι΄αυτόν στο Σταυρό. Αν το αρνιέσαι, τότε αρνιέσαι
όλο το έργο μου, την αγάπη μου, και θα κάνεις τον εαυτό σου - από τη δική σου
επιλογή! – ξένο για Μένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου