Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Χριστόδουλου Μπίθα
Δεκάδες οι θεωρίες που προσπαθούν
να καταρρίψουν τα γεγονότα της θείας οικονομίας. Άλλοι τα εκλογικεύουν
και άλλοι τα αρνούνται εντελώς. Άλλοι μιλούν για ένα μεγάλο δάσκαλο
κι άλλοι μιλούν για μια απάτη των χριστιανών μέσα στους αιώνες. Και να
που φτάσαμε εμείς εδώ στην αρχή του 21ου αιώνα, τούτη εδώ την ημέρα την
θαυμαστή που πάντα για την εκκλησία ήταν ημέρα χαράς και δοξολογίας,
να 'χουμε ένα λαό, ο οποίος αρνείται τον Ευαγγελισμό ως ένα
πραγματικό γεγονός κι ένα άλλο μέρος του λαού δέχεται την ύπαρξη
κάποιου Θεού αλλά δεν μπορεί να δεχτεί κανένα από τα γεγονότα της θείας
οικονομίας.
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο της
ιστορίας σε τούτο εδώ τον τόπο, όπου η πνευματική κρίση είναι μέγιστη.
Αυτή την κρίση μπορούμε να την ανιχνεύσουμε και στα γεγονότα της σημερινής
ημέρας. Ο "ορθόδοξος" λαός δεν έχει γεμίσει τις εκκλησίες.
Ένα μέρος του κοιμάται. Ένα μικρό μόνο μέρος του θα πάει να παρακολουθήσει
μια εκδήλωση που γίνεται για να τιμήσουμε κάποιους ήρωες, που χωρίς
αυτούς σήμερα μπορεί να ήμασταν μια επαρχία του τρίτου κόσμου αφομοιωμένη
από το Ισλάμ.
Ετούτη εδώ την μέρα έρχεται
στο μυαλό μας κάτι: η Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου που έγινε τον Δεκέμβριο
του '21, όρισε ότι πολίτης αυτού του καινούριου κράτους που θα γινόταν
από την επανάσταση μπορεί να ήταν ο οποιοσδήποτε ήταν χριστιανός
ορθόδοξος. Έλεγε πως «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της
Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουσι
άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων». Κρατούσε, βλέπετε, ακόμα μέσα στα χρόνια
της σκλαβιάς αυτή η αντίληψη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας,
δηλαδή της χριστιανικής αυτής αυτοκρατορίας που δεν έβλεπε έθνη
αλλά έβλεπε χριστιανούς, που μπορούσε να έχει και αγίους και αυτοκράτορες
από όλα τα μέρη της επικράτειας, και Σύρους και Αρμένιους και οποιονδήποτε.
Ο λαός ξεκαθάρισε μέσα στο σκοτάδι
του ότι έτσι όπως ήταν το όραμα αυτής της αυτοκρατορίας, που επί
χίλια και τόσα χρόνια ήταν οικουμενική, έτσι θα ήταν και αυτό το κράτος
το καινούριο που θα έβγαινε από την επανάσταση. Θα ένωνε τους πάντες,
όλους όσους αγωνίζονταν για ελευθερία. Εξάλλου γνωρίζουμε καλά
ότι την επανάσταση δεν την κάναν μόνο Έλληνες. Ξέρουμε πολύ καλά ότι
οι Σουλιώτες ήταν Αρβανίτες, ξέρουμε ότι κι όλοι οι βαλκανικοί λαοί
ξεσηκώθηκαν σιγά - σιγά και όλοι κατ' αρχάς είχαν αυτό το όραμα:
να ανασυνταχθούν κράτη, τα οποία να έχουν αυτό το κοινό χαρακτηριστικό.
Αυτό το οποίο τους ένωνε στα χρόνια της σκλαβιάς: Η πίστη. Συνεπώς,
στα καινούρια κράτη το πιο σημαντικό πολιτισμικό στοιχείο ήταν το χριστιανός
ορθόδοξος, ανεξαρτήτως γένους και φυλής.
180 χρόνια αργότερα, αφού καταφέραμε
να αφαιρέσουμε από την ταυτότητά μας αυτό το πολιτιστικό στοιχείο,
εμείς οι ίδιοι έχουμε αρνηθεί σε μεγάλο βαθμό τον Θεό. Μπορεί να κατηγορούμε
και να δείχνουμε με το δάχτυλο τους πολιτικούς, μα επειδή τώρα δεν μιλάμε
πολιτικά αλλά λέμε την αλήθεια και μιλάμε πνευματικά, θα πρέπει να
αποδεχτούμε ότι κατά τον λαό βαδίζουν κι οι άρχοντες και ο λαός αρνήθηκε
την ορθόδοξη πίστη. Όσο και αν ψάχνουμε να βρούμε τις ευθύνες των κληρικών
και των μοναχών και των επισκόπων (πάντα θα υπάρχουν, σ' ένα κόσμο αμαρτωλό
ζούμε), το γεγονός είναι ότι το μεγάλο μέρος του λαού αποστάτησε. Γιατί
αποστασία είναι να λες "είμαι ορθόδοξος, πιστεύω σ' ένα Θεό"
αλλά να μην πιστεύεις στην ανάσταση καί να μην δέχεσαι τον Ιησού Χριστό.
Αυτό το βλέπουμε στους νέους
ανθρώπους. Η άρνηση κι η αμφιβολία είναι πολλές φορές δικαιολογημένα,
αφού οι νέοι άνθρωποι δεν μαθαίνουν από τα σπίτια τους σχεδόν τίποτα
για την χριστιανική παράδοση. Πολύ περισσότερο δε απ' το σχολείο,
που όσο ακόμα καιρό μένουν ακόμα οι εικόνες κρεμασμένες στους τοίχους,
αυτές μόνο δείχνουν ότι είναι ορθόδοξα τα σχολεία. Εκτός βέβαια από
τις περιπτώσεις που κάποιοι φωτισμένοι δάσκαλοι, δασκάλες, καθηγητές,
διευθυντές προσπαθούν να διαδώσουν τον λόγο του Θεού. Αν πάμε παραπέρα
στα μέσα ενημέρωσης, στον ηλεκτρονικό και γραπτό τύπο μόνο ορθόδοξη
δεν θα μπορούσαμε να πούμε την χώρα. Εξάλλου γνωρίζουμε ότι κι ένα
μέρος ημών των χριστιανών περισσότερο μιλάει για τα εθνικά παρά για
το ευαγγέλιο.
Ετούτη δω, λοιπόν, την ημέρα,
που έτσι θεσπίστηκε να γιορτάζεται μαζί με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου
συμβολικά και η μέρα της εθνεγέρσεως, ως της αρχής δηλαδή μιας πορείας
που θα οδηγούσε τον ελληνικό λαό και τον λαό των Βαλκανίων από την μαύρη
σκλαβιά στην ελευθερία και την δυνατότητά του να διατηρεί την πίστη
του και να μιλάει την γλώσσα του, μια τέτοια μέρα πρέπει να κοιταχτούμε
όλοι στον πνευματικό μας καθρέφτη. Ο καιρός του εφησυχασμού πέρασε.
Πέρασε μαζί κι ο καιρός της ηθικολογίας, όπου κάποιοι από μας σηκώναμε
το δάχτυλο και λέγαμε "κοίταξε πως χάλασε ο κόσμος" ή "κοίταξε πως φταίνε οι άλλοι".
Να κοιταχτούμε στον καθρέφτη
και να πούμε: Κοίταξε πως φταίξαμε εμείς. Κοίταξε πως πάψαμε να είμαστε
οι απόστολοι του Χριστού και ήμασταν απλώς παθητικοί ηθικολόγοι που
πηγαινοερχόμασταν στις εκκλησιές. Κοίταξε που τώρα που έρχεται η ώρα
της δυσκολίας, η ώρα της δοκιμασίας, πολλοί από εμάς είμαστε ανέτοιμοι
και περιοριζόμαστε μόνο στο να αναστενάζουμε και πολλές φορές να λέμε
ό,τι λένε και οι άλλοι γύρω μας, τα ίδια και τα ίδια, δηλαδή: «Χάλασε ο
κόσμος, χάλασε η κοινωνία, χάλασε η Ελλάδα», ξεχνώντας ότι το όραμα των χριστιανών
από την ημέρα της Πεντηκοστής, δεν ήταν μια νέα Ελλάδα ή μια δημοκρατική
Ελλάδα, αλλά το όραμα ήταν η Βασιλεία των ουρανών.
Καθώς υποχώρησε μέσα στις καρδιές και
των ίδιων των χριστιανών τον αιώνα που πέρασε το όραμα για την Βασιλεία
των ουρανών, έμειναν τα επίγεια οράματα. Και τα επίγεια οράματα, είτε
το θέλουμε είτε όχι, αφενός μεν ποτέ δεν πραγματοποιούνται, αφετέρου
ποτέ δεν μπορούν να γεμίσουν την ψυχή του ανθρώπου.
Μια τέτοια μέρα, καλούμεθα
όχι απλώς να γιορτάσουμε αλλά να δοκιμαστούμε στην πίστη μας (γιατί
αν ήμασταν πραγματικά άνθρωποι πίστης θα ήταν διαφορετική η ζωή μας).
Μια τέτοια μέρα ακούμε για πολλοστή φορά ότι ένας άγγελος βρέθηκε
μπροστά σε μια γυναίκα και της έφερε αυτό το υπερφυσικά θαυμαστό
μαντάτο. Κι εκείνη ελεύθερα αποδέχτηκε ότι θα γεννήσει τον Θεό.
Σ' όλη της την ζωή πορευότανε μ' αυτή
την πάρα πολύ μεγάλη, σχεδόν ανυπέρβλητη λογικά δοκιμασία, την οποία
όμως έφερε εις πέρας.
Κι αν δεχτούμε ότι από την μήτρα
της γεννήθηκε ασπόρως ο Χριστός ως άνθρωπος, σαρκώθηκε ο Θεός· αν δεχτούμε ότι όντως ήτανε
ο Λόγος, ο τρόπος δηλαδή που βρήκε η Αγία Τριάδα να έρθει να μιλήσει
στους ανθρώπους· αν δεχτούμε
ότι όλα όσα είπε δεν ήταν ωραία λογάκια για να τα λέμε και να τα θυμόμαστε
καμιά φορά τον μήνα· αν δεχτούμε
ότι όλα αυτά περιγράφουν τον τρόπο της σωτηρίας μας εδώ και τώρα, σήμερα· αν δεχτούμε ότι κάθε φράση του
ευαγγελίου είναι και μια κατεύθυνση ζωής (για να την ζήσεις, όχι να
την συζητάς) · αν δεχτούμε
ότι ο Ιησούς Χριστός ζει ανάμεσά μας· αν δεχτούμε ότι αυτή την στιγμή που μιλάμε είναι εδώ,
μας κρατάει αγκαλιά όλους, ως πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, σκύβει
πάνω από την αδυναμία μας, συγκατανεύει στον πόνο μας, αγκαλιάζει
την απιστία μας, ελπίζει την ανάστασή μας την πνευματική· αν δεχτούμε ότι όλα αυτά δεν
είναι για κάποιους άλλους, για κάποιους που είναι εκλεγμένοι εκ κοιλίας
μητρός κι έχουν ένα προορισμό απόλυτο να πάνε εκεί· αν δεχτούμε ότι σταυρώθηκε για
τον καθένα από εμάς, ανεξαρτήτως εάν αυτή τη στιγμή που μιλάμε μπορεί
να είναι κάποιος στα έσχατα της απόγνωσής του ή στο απόγειο της επίγειας
χαράς του· αν δεχτούμε ότι
είναι Εκείνος ο οποίος θα είναι μαζί μας κάθε ώρα και κάθε στιγμή της
ζωής μας· αν δεχτούμε ότι
είναι φίλος μας και αδερφός μας και προστάτης μας· αν δεχτούμε ότι κάθε φορά που Εκείνον θα επικαλεστούμε
όχι για να πάρουμε υλικές απολαβές ή για να συναλλαχθούμε μαζί Του,
αλλά για να Του ζητήσουμε την αγάπη Του να την δώσει κι έτσι να την ανταποδώσουμε
κι εμείς· αν δεχτούμε ότι
ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι μια πραγματικότητα, τότε αδερφοί
μου δεν έχουμε παρά σήμερα, βγαίνοντας από το ναό αυτό να πλημμυρίσει
η καρδιά μας με μεγάλη δοξολογία.
Να πλημμυρίσει η ψυχή μας δοξολογία που
είμαστε ζωντανοί, που είμαστε χριστιανοί, που έχουμε ελπίδα. Να βγούμε
από το ναό όχι περιμένοντας να ακούσουμε τι ειπώθηκε στις ειδήσεις
για την οικονομική κρίση, αλλά για να ξεχυθούμε στους δρόμους ευχαριστώντας
τον Θεό πάντων ένεκεν. Να προσευχηθούμε γι' αυτούς τους αδερφούς μας, οι οποίοι χωρίς
πίστη και ελπίδα θέλουν να καταστρέψουν και να ισοπεδώσουν, αλλά και
για εκείνους τους άλλους που έχουν την ψευδαίσθηση ότι με τα πολιτικά
οράματα θ' αλλάξει η κοινωνία χωρίς Χριστό. Να βγούμε από το ναό
περιμένοντας την Βασιλεία των ουρανών, ίσως και σήμερα το βράδυ, αύριο
το βράδυ, έτσι όπως την περίμεναν οι πρώτοι χριστιανοί. Κι όταν το σκεφτόντουσαν
δεν τρομάζαν αλλά χαιρόντουσαν και αδημονούσαν, να έρθει ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ η
Βασιλεία των ουρανών, να πάμε στην μακαριότητα, να ζήσουμε αυτά που
μας υποσχέθηκε ο Θεός. Αν δεχτούμε όλα αυτά, τότε αυτή η ειρήνη που
λείπει από τούτον εδώ τον κόσμο, στην καρδιά μας θα είναι.
Η έννοια της ειρήνης έτσι όπως
περιγράφεται από την γλώσσα της Γραφής δεν σημαίνει την παύση του πολέμου.
Η λέξη "σαλώμ" στα εβραϊκά, ίδια λέξη που χρησιμοποίησε και
ο Χριστός, σημαίνει αρτιότητα, πληρότητα, σημαίνει αληθινή
εσωτερική ειρήνη, γαλήνη και ασφάλεια. Η λέξη αυτή, που ο Χριστός
έλεγε σε οποιονδήποτε συναντούσε, η λέξη αυτή που την λέμε σε κάθε
ακολουθία, την ειρήνη που ευχόμαστε ο ένας στον άλλο. Αυτή την λέξη
να ευχηθούμε.
Μια τέτοια ημέρα είναι αδερφοί
μου μέρα πρόκλησης. Είναι μέρα μνήμης και πρόκλησης. Μνήμης για όλα
αυτά που γίνανε. Αλλά και πρόκλησης για να αναλογιστούμε που βρισκόμαστε,
που πατάμε και που πηγαίνουμε. Οι καιροί είναι δύσκολοι. Όμως εμείς
οφείλουμε απέναντι σ' εκείνους τους προηγούμενους που τα 'χάσαν όλα
και την ζωή τους ακόμη, αλλά και στους επόμενους, στά παιδάκια που τώρα
μας κοιτούν απορημένα εδώ καθισμένα μπροστά στα σκαλάκια του τέμπλου,
οφείλουμε κάτι.
Οφείλουμε να διαδώσουμε το
ευαγγέλιο του Χριστού, ως μοναδική ελπίδα για τον κόσμο. Οφείλουμε
να καλλιεργήσουμε ακόμη περισσότερο την πίστη μας. Συμμετέχοντας
στα μυστήρια της Εκκλησίας, στην εξομολόγηση, στην Θεία Κοινωνία.
Οφείλουμε να γίνουμε μελετητές της Αγίας Γραφής. Με την επίγνωση
ότι δεν θα 'ναι που διαβάζουμε, αλλά θα 'ναι που ζούμε. Οφείλουμε να
ξανοιχτούμε στον κόσμο με αγάπη. Ο κόσμος είναι πολύ φοβισμένος. Το
οφείλουμε εξάλλου και στον εαυτό μας. Γιατί αν δεν αγαπήσουμε τον εαυτό
μας, κανένα δεν μπορούμε να αγαπήσουμε.
Ετούτη την ημέρα, που σύμφωνα
με την παράδοση της εκκλησίας την ζωντανή, την παράδοση των αγίων,
των δικαίων, των μαρτύρων, των οσίων, των ομολογητών, των εγκρατευτών,
των πατέρων, των διδασκάλων έγινε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ετούτη
την ημέρα οφείλουμε αυτή την πρόκληση την πνευματική να την πάμε παραπέρα
και η εμπιστοσύνη μας στην χάρη του Θεού να αυξηθεί. Να αφήσουμε τον
εαυτό μας, την λογική μας να συντριβεί λίγο.
Ποιος από εμάς τα προηγούμενα
χρόνια δεν υπήρξε έστω και λίγο καταναλωτής; Ποιος από εμάς τα προηγούμενα
χρόνια δεν πίστεψε στα πολιτικά μεσσιανικά οράματα; Ποιος από εμάς
τα προηγούμενα χρόνια δεν βυθίστηκε σε αμαρτίες και πάθη που μας έβγαζαν
από το κέντρο, την ουσία της ζωής; Ποιος από εμάς δεν πέρασε περιόδους
ακηδίας, θλίψης μεγάλης, που ήταν σαν να λέγαμε στον Θεό "δεν με
νοιάζει που υπάρχω, ας μην γεννιόμουν"; Ποιος από εμάς δεν έπεσε
σε κενοδοξία, ούτως ώστε να βλέπει τον αδελφό του και να τον θεωρεί
ασήμαντο; Ποιος από εμάς ήταν αναμάρτητος; Ας αφήσουμε την ψυχή και
το νου να συντριβεί. Να καταλάβουμε τον λάθος δρόμο που πήραμε. Όχι
μόνο ως έθνος, αλλά ως πρόσωπα κυρίως. Για να μπορέσουμε να ελπίσουμε
την πνευματική μας αναγέννηση.
Με την ευχή και την ελπίδα του
χρόνου τέτοια μέρα να 'χουμε περισσότερη πίστη, περισσότερη δύναμη,
περισσότερη χαρά, περισσότερη δοξολογία, περισσότερη ευλογία,
περισσότερη συγχώρηση, περισσότερη δύναμη και να είμαστε περισσότερο
απόστολοι του Χριστού, θα κάνουμε τώρα την δοξολογία για την 25η Μαρτίου,
για να θυμηθούμε να μνημονεύσουμε και να ευχαριστήσουμε εκείνους,
που τους ξέρουμε πάρα πολύ καλά, αλλά φροντίζουμε συνεχώς να τους ξεχνάμε.
Αμήν!
Απομαγνητοφώνηση: Αναστασία Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου