Απομαγνητοφωνημένη
ομιλία του π. Χριστόδουλου Μπίθα
Την Κυριακή πριν το Πάσχα και αφού έχει γίνει το
θαύμα της αναστάσεως τού Λαζάρου κι έχει ακουστεί πολύ στην Ιερουσαλήμ,
ο Ιησούς Χριστός παραγγέλνει στους μαθητές Του να βρουν ένα γαϊδουράκι
και μ’ αυτό να μπει στα Ιεροσόλυμα.
Με την πράξη αυτή παραπέμπει κατευθείαν
στον προφήτη Ησαΐα, όταν εκείνος αναγγέλλει ότι κάποτε με αυτό τον
τρόπο, "επί πώλου όνου", όπως το ακούσαμε στο Ευαγγέλιο θα έρθει ο Μεσσίας-αυτός που
θα σώσει τον Ισραήλ. Βεβαίως, το ποιός θα ήταν ο Μεσσίας ήταν ένα ζήτημα αμφισβητούμενο
που οδήγησε τελικά και στην καταδίκη του Χριστού από τους Εβραίους,
αφού περίμεναν έναν Μεσσία που θα είχε πολιτική
εξουσία και ισχύ, κι όχι αυτό το οποίο ήταν ο Χριστός.
Ο Χριστός δεν μπήκε στην πόλη πάνω σ’ ένα υπέροχο
άλογο, όπως συνήθως μπαίνουν οι βασιλιάδες, οι πρίγκιπες, οι πολεμιστές,
αυτοί οι οποίοι προτάσσουν την εξουσία και την δύναμή τους. Ο Χριστός
μ’ αυτή την κίνηση δηλώνει ότι εκπληρώνει την προφητεία και ταυτόχρονα
χλευάζει τους ισχυρούς της γης σε όλες τις εποχές. Κι ο λαός, επειδή
γνωρίζει την προφητεία, επειδή έχει ακούσει για την ανάσταση του Λαζάρου,
το θαύμα των πεντακισχιλίων κι όλα τα άλλα θαύματα, ο λαός αυτός που
τόσο εύκολα παρασύρεται, όπως πάντα, όπως και τώρα, παίρνει τα βάια
των φοινίκων και αρχίζει και τα κουνάει καθώς Εκείνος μπαίνει στην πύλη
πάνω στο γαϊδουράκι. Γιατί το κάνουν αυτό;
Η τρίτη σπουδαιότερη γιορτή των Εβραίων μετά το Πάσχα και την Πεντηκοστή, είναι η γιορτή
της Σκηνοπηγίας. Σ’ αυτή την αγροτική και θρησκευτική εορτή, που τελείται
προς ευχαριστία για την συγκομιδή
των καρπών και προς ανάμνηση της καθοδήγησης του Ισραήλ από τον Θεό
στην Έρημο του Σινά και την διαμονή τους σε σκηνές, εβγαιναν οι Ισραηλίτες
από τά σπίτια τους κι έμεναν σε σκηνές κατασκευασμένες από κλαδιά. Την τελευταία ημέρα της εορτής, που ήταν αποκορύφωμα
όλων των εορτών του έτους και εκαλείτο ημερα του 'μεγάλου Ωσαννά',
γινόταν πανηγυρική σύναξη του λαού και εψάλλοντο διάφοροι ψαλμοί"
Κρατούσαν τα βάια των φοινίκων, ιτιές
και μυρτιές και έψελναν μεταξύ άλλων τον
στίχο από τον ψαλμό 117 του Δαυίδ, «ευλογημένος ο ερχόμενος
εν ονόματι Κυρίου», που αναφερόταν στον Μεσσία, ο οποίος θα ελευθέρωνε το
Ισραήλ από τους συνεχείς
εξευτελισμούς και τις αιχμαλωσίες και τις μαζικές
εκτελέσεις που υφίστατο
από τους κάθε λογής κατακτητές. Όταν, λοπόν, ο Κύριος μπαίνει στην Ιερουσαλήμ, ο λαός γνωρίζει πολύ καλά αυτό τον ψαλμό, τον ψέλνει, κουνάει τα βάια των φοινίκων, όχι απλώς συμβολικά αλλά για να Του δείξει ότι Τον αναγνωρίζει ως Μεσσία.
Στη σημερινή περικοπή βλέπουμε όλους τους πρωταγωνιστές
του θείου δράματος, αλλά ταυτόχρονα και τους διαφορετικούς τύπους του
ανθρώπου μέσα στην ιστορία, από εκείνη την εποχή μέχρι και σήμερα.
Θα μπορούσαμε στους τύπους που θα περιγράψουμε εν τάχει, να δούμε τους
εαυτούς μας, την ελληνική κοινωνία, αλλά και τις κοινωνίες όλου του
κόσμου.
Ο πρώτος τύπος που πρωταγωνιστεί στη σημερινή
περικοπή και σε όλο το ευαγγέλιο είναι οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς.
Αυτοί, δηλαδή, που έχουν την πολιτική και ταυτόχρονα την θρησκευτική
εξουσία. Δυστυχώς πολλές φορές οι άρχοντες είναι σκληρόκαρδοι, αλλοτιοωμένοι
από την εξουσία και την δόξα. Είναι αμετακίνητοι στις δικές τους απόψεις.
Είναι αποκομμένοι απ’ τις ανάγκες του λαού. Οι
περισσότεροι Φαρισαίοι θρησκεύουν με ένα απόλυτα νομικό και
τυπολατρικό τρόπο. Τέτοιοι τύποι ανθρώπων υπάρχουν πάντα και θα
υπάρχουν και στην θρησκευτική και στην πολιτική εξουσία. Αν δυσκολευόμαστε
να βρούμε αναλογίες ας πάμε στο Ισλάμ για να βρούμε εκείνους τους σκληρούς
θρησκευτικούς άρχοντες, στο Ιράν, στο Αφγανιστάν κ.λπ. Αλλά δυστυχώς
υπάρχουν και ανάμεσά μας.
Στη συνέχεια έχουμε τον λαό. Τον λαό που είναι
ικανός σε όλες τις εποχές για το καλύτερο και για το χειρότερο. Είναι
ο λαός που μπορεί να ανγνωρίσει και ν’ αγκαλιάσει τους ἀξιους ανθρώπους.
Όμως μπορεί να παρασυρθεί από τον κάθε λαϊκιστή, τον κάθε λαοπλάνο,
τον κάθε επιτήδειο, τον καθένα που θα του τάξει ψωμί και θαύμα, τον καθένα
που θα του υποσχεθεί εξουσία και δύναμη. Ο λαός αυτός την Κυριακή των
Βαΐων αναγνωρίζει τον Μεσσία. Μόνο που αναγνωρίζει εκείνο τον Μεσσία
που οι λαοί θέλουνε σε όλες τις εποχές. Κατηγορούμε τους Εβραίους
σήμερα ότι περιμένουν ακόμα αυτόν τον Μεσσία. Μα και οι λαοί όλου του
κόσμου ένα τέτοιο Μεσσία θα ήθελαν. Κι αν δεν τον περιμένουν προσπαθούν
κάθε τόσο να τον ψηφίσουνε ή τον αποδέχονται όταν εμφανίζεται στην
μορφή ενός στυγνού δικτάτορα. Που στην συνέχεια μπορεί να τους αιματοκυλίσει,
να τους εγκλωβίσει και να τους αποκοιμίσει.
Ο λαός περιμένει
τον Μεσσία που θα τον ελευθερώσει κι έτσι την Κυριακή ζητωκραυγάζει
και επαναλαμβάνει τους ψαλμικούς στίχους. Ο ίδιος λαός, το μεγαλύτερο
μέρος του, μετά από 3-4 μέρες θα ζητάει να ελευθερώσουν ένα ληστή
γιατί αισθάνεται για μια ακόμη φορά απογοητευμένος. Πού είναι αυτός
που θα δώσει δύναμη και εξουσία;
Τα άλλα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στη σημερινή
περικοπή είναι οι μαθητές. Οι μαθητές έχουν μια αναζήτηση. Δεν διστάζουν
να αποκοπούν από το κύριο σώμα των άλλων θρησκευομένων. Δεν διστάζουν
να γίνουν και δακτυλοδεικτούμενοι από την κοινωνία τους. Παράτησαν
τις δουλειές τους, τις οικογένειές τους για να ακολουθήσουν τον ξεχωριστό
διδάσκαλο. Δεν έχουν καταλάβει ποιος είναι. Ομολογούν ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας αλλά όπως και
οι άλλοι όλοι γύρω τους περιμένουν τον Μεσσία που περίμεναν και οι περισσότεροι
Εβραίοι. Εκείνον που θα κηρύξει μια πολιτική εξουσία, τον Μεσσία
εκείνο ο οποίος διά του γένους του Ααρών θα εγκαθιδρύσει μια θεοκρατική
εξουσία. Ο Χριστός δεν είναι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Εκπληρώνει τις
προφητείες αλλά με τον τρόπο που θέλει ο Θεός, την εμφάνιση του Θεού
της αγάπης που θα υποδείξει στους ανθρώπους πως ακριβώς είναι ο Θεός
και τι πρέπει να περιμένουν από Αυτόν.
Οι μαθητές δεν προδίδουν -εκτός από ένα- τον Χριστό.
Όμως επειδή δεν έχουν καταλάβει ποιος είναι, παρόλη την αναζήτησή
τους, παρ΄όλη την δίψα τους την υπαρξιακή, παρόλη την διαφορετικότητά
τους, παρ΄ότι Τον άκουγαν επί τρία χρόνια, κλείνονται στο υπερώο για
τον φόβο των Ιουδαίων όταν ο Κύριος συλλαμβάνεται και μετά σταυρώνεται.
Εγκλωβίζονται μέσα στην ολιγοπιστία τους. Όπως πολλές φορές συμβαίνει
και σ’ εμάς, τους ανθρώπους που λέμε ότι είμαστε χριστιανοί, αλλά εύκολα
παρασυρόμαστε, αρνούμαστε τον Χριστό, ολιγοψυχούμε.
Υπάρχει και άλλο ένα πρόσωπο στη σημερινή
περικοπή που αναδεικνύεται μ’ ένα τρόπο ξεχωριστό αλλά και σκανδαλώδη
μέσα στην ιστορία. Οι πόρνες και οι τελώνες, λέει ο Κύριος, μας προάγουν
στη Βασιλεία των Ουρανών. Να λοιπόν η Μαρία η
αδερφή του Λαζάρου. Μια γυναίκα η οποία ίσως ήταν πρώην πόρνη (αν αποδεχτούμε
ότι είναι η ίδια γυναίκα που έπλυνε τα πόδια του Ιησού στο κατά Λουκάν).
Εκείνο που ξέρουμε είναι ότι η Μαρία αγαπούσε
τον Χριστό πάρα πολύ. Όχι μόνο επειδή ανάστησε λίγες μέρες πριν τον
αδερφό της. Αλλά την βλέπουμε να είναι μία από τις αφοσιωμένες μαθήτριές
Του. Εκείνη που όταν έμπαινε ο Χριστός στο σπίτι για να συζητήσει με
τους άλλους μαθητές και να κηρύξει δεν ξεχνιότανε με τις δουλειές όπως
η Μάρθα, αλλά στεκότανε δίπλα στα πόδια Του να ακούσει, να ρουφήξει το
κήρυγμά Του. Εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια γυναίκες μέσα στην
ιστορία έκαναν το ίδιο. Και εξακολουθούν και το κάνουν.
Η Μαρία κάνει κάτι εντελώς προκλητικό. Και είναι
προκλητικό όχι μία, αλλά πολλές φορές. Κάθε συνετή γυναίκα στην κοινωνία
του Ισραήλ όφειλε να έχει τα μαλλιά της δεμένα. Τα έλυνε μόνο μέσα στο
σπίτι της, όταν ήταν μακριά από τα βλέμματα των ξένων, μόνο στην οικογένειά
της. Η Μαρία ελευθερώνει τα μαλλιά της. Τα ελευθερώνει για να δείξει
ότι μπροστά σε Αυτόν που αγαπάει δεν υπάρχει κανένα σχήμα και κανένας
τύπος. Ούτως ή άλλως η Μαρία ακολουθούσε Εκείνον ο οποίος καταργούσε
τους τύπους. Παίρνει τα μαλλιά της, λοιπόν, μακριά, ξέπλεκα κι έχει φέρει
κι ένα πάρα πολύ ακριβό άρωμα.
Πλένει τα πόδια του Χριστού γιατί μπροστά σ‘ όλα
αυτά που συμβαίνουν εκείνη θέλει να εκφράσει την αγάπη της. Η γυναικεία
της διαίσθηση της λέει ότι όλα αυτά που ο Χριστός τονίζει είναι αλήθεια.
Πηγαίνει για την θυσία. Πηγαίνει για την σφαγή. Κι εκείνη την ώρα δεν
έχει τίποτα άλλο για να εκφράσει την αγάπη της από το να λύσει τα μαλλιά
της (θα μπορούσε να το κάνει και με μία πετσέτα) για να Του δείξει ότι
μπροστά Του καταργεί τα πάντα, ξαναγεννιέται, ανανεώνεται, ανακαινίζεται
και στη συνέχεια δίνει τις οικονομίες της σ’ ένα πανάκριβο άρωμα, που κανονικά μια γυναίκα θα ‘βαζε από
αυτό μια σταγονίτσα, όλο στα πόδια Του για να δείξει την αγάπη της.
Ο Ιούδας αντιδρά. Όλα αυτά είναι παράλογα για
την δική του λογική. Και γιατί έχει μια τετράγωνη λογική και γιατί όπως
μας παραδίδει το ευαγγέλιο ήταν παραδόπιστος και γιατί, αν το συνδυάσουμε
με τις άλλες περικοπές και οι άλλοι μαθητές την ίδια σκέψη έκαναν, αυτός
απλώς βγήκε μπροστά. Η Μαρία κάνει μια πράξη ύψιστης αγάπης. Και οι μαθητές
με πρώτο τον Ιούδα απαντούν με μια ξερή λογική. Εξάλλου δεν έχουν καταλάβει
και πολλά για το τι πρόκειται να συμβεί. Ας θυμηθούμε ότι ο Πέτρος (το
ακούσαμε 2-3 Κυριακές πριν) όταν ο Χριστός ανήγγειλε την θυσία Του,
Τον πήρε παράμερα να Τον επιτιμήσει και ανάγκασε τον Κύριο να του
πει «ύπαγε οπίσω μου σατανά».
Η Μαρία λοιπόν, ως κεντρικό πρόσωπο της σημερινής
περικοπής μας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί ένας άνθρωπος να
προσεγγίσει τον Χριστό. Όχι με τον τύπο και το νόμο όπως οι Φαρισαίοι.
Όχι με τους ενθουσιασμούς που έρχονται και φεύγουν όπως ο όχλος. Όχι με
την αναζήτηση η οποία όμως δεν φτάνει στην πίστη, όπως οι μαθητές πριν
την Πεντηκοστή. Αλλά με τον τρόπο της Μαρίας. Μιας γυναίκας που εξευτελίστηκε
στην ζωή της, μιας γυναίκας που μετανόησε, μιας γυναίκας που είχε μια
πάρα πολύ μεγάλη αναζήτηση, γι’ αυτό έπεφτε στα πόδια Του για να
Τον ακούσει, μιας γυναίκας η οποία δεν δίσταζε όλα της τα χρήματα να
τα δώσει, τα πάντα γι’ Αυτόν που αγαπούσε. Αυτός είναι και ο μοναδικός
τρόπος της προσέγγισης του Χριστού.
Δεν σημαίνει ότι τα άλλα πρόσωπα είναι καταδικασμένα.
«Τα αδύνατα τοις ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ». Και Φαρισαίοι μετανόησαν.
Κι απ’ τον όχλο μετά πολλοί έγιναν χριστιανοί και αποτέλεσαν την πρώτη
εκκλησία των Ιεροσολύμων. Και οι μαθητές πήραν την χάρη του Αγίου
Πνεύματος και διέδωσαν το Ευαγγέλιο στα μήκη και τα πλάτη της γης.
Και η Μαρία κι όλες οι Μαρίες του κόσμου από τότε μέχρι σήμερα γίνονται
αγίες του Θεού, γιατί αφοσιώνονται και δίνουν την αγάπη τους στον Κύριο.
Θα ήθελα πριν τελειώσουμε να θυμηθούμε κάτι.
Πριν από δυο χιλιάδες χρόνια και μετά, για μερικούς αιώνες υπήρξε ένας
λαός που θεωρούσε ότι διαδέχτηκε τον Ισραήλ ως περιούσιος λαός.
Ο λαός του Θεού, οι χριστιανοί. Για 3 αιώνες τους δίωκαν αλλά δεν υποχωρούσαν.
Γίνονταν μάρτυρες για την αγάπη του Χριστού. Στην συνέχεια, όταν ανακηρύχτηκε
μια χριστιανική βασιλεία, μαζικά προσχώρησαν κι έγιναν χριστιανοί
χιλιάδες καινούρια μέλη. Κι αυτός ο λαός που με τόσο ενθουσιασμό ακολούθησε
τον λόγο του Κυρίου, σιγά-σιγά μαράζωσε. Ακολουθώντας ηγέτες πλανεμένους
και πλανώμενος ο ίδιος αρνήθηκε τον Χριστό. Στο όνομά Του έκανε
σταυροφορίες, έκανε πολέμους, έκανε αδελφοκτόνους πολέμους.
Υπήρξε κι ένας λαός που ξεχώρισε ανάμεσα στους
άλλους λαούς. Οι Έλληνες. Ή πιο σωστά οι μετέχοντες του Ελληνισμού, γιατί
δεν ήταν μόνο Έλληνες. Αλλά σιγά-σιγά κι αυτοί, ενώ επί αιώνες φώναζαν
«ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», πέταξαν τα
βάγια τους και στράφηκαν προς τον εαυτό τους. Κι ό,τι ο Χριστός τους έλεγε
να μην το κάνουν, οι περισσότεροι από αυτούς το κάνουν. Παραμένουν
καλοί. Παραμένουν ένας καλός λαός με πολλά χαρίσματα, αλλά τα βάγια
του τα ‘χει πετάξει. Θα ‘θελε ένα Μεσσία κι αυτός για να κυριαρχήσει.
Γιατί νιώθει εξευτελισμένος από τις εθνικές καταστροφές και τις ταπεινώσεις
απ’ τους γείτονες. Όμως τα βάγια τα ‘χει πετάξει. Και αυτή είναι μια πραγματικότητα.
Την Κυριακή των Βαΐων όμως, εμείς, οι λεγόμενοι
ορθόδοξοι χριστιανοί που εκκλησιαζόμαστε πιο συχνά σηκώνουμε τα δικά
μας βάγια. Αναγνωρίζουμε την αδυναμία μας και την ολιγοπιστία μας.
Σαν την Μαρία ποθούμε να έρθει ο Χριστός στην ζωή μας άνευ όρων. Αντί
άλλων λόγων θα ξαναδιαβάσω μόνο την πρώτη παράγραφο από την επιστολή
του Αποστόλου Παύλου που ακούσαμε σήμερα στα νέα Ελληνικά. Για να
μην κοροϊδευόμαστε και να ξέρουμε τι ζητάει ο Θεός από εμάς και τι
οφείλουμε να κάνουμε.
«Αδερφοί, να χαίρεστε πάντοτε με την χαρά που
δίδει η κοινωνία με τον Κύριο. Πάλι θα πω, να χαίρεστε πάντα. Η επιείκειά σας ας γίνει γνωστή και ας διδάξει
όλους τους ανθρώπους, πιστούς και απίστους. Ο Κύριος είναι κοντά, έρχεται
σύντομα. Μην αφήνετε καθόλου τον εαυτό σας να καταληφθεί από μέριμνες
και άγχη. Αλλά για κάθε περίσταση τα αιτήματά σας να τα απευθύνετε
στον Θεό με προσευχή και δέηση, που να συνοδεύονται ΠΑΝΤΑ με ευχαριστία.
Και η ειρήνη που χαρίζει ο Θεός και είναι ασύλληπτη στο ανθρώπινο
μυαλό θα διαφυλάξει τις καρδιές και τις σκέψεις σας διά του Ιησού Χριστού».
Αμήν! Καλή
Ανάσταση να έχουμε!
Απομαγνητοφώνηση: Αναστασία Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου