π. Χ.Μ.
Απομαγνητοφωνημένη
ομιλία
Ο Λόγος του Ευαγγελίου ήταν και
είναι μονάκριβος και λαμπρός θησαυρός για τους χριστιανούς. Η σύγχρονη
ελληνική πραγματικότητα όμως, πολύ απέχει από τον ευαγγελικό
λόγο, ο οποίος φαίνεται να μην έχει καμία επίδραση πλέον στην ζωή
μας. Ασταμάτητα γύρω μας ακούγεται ένας κοσμικός λόγος, δίκαιος η
άδικος, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με το ήθος της
Καινής Διαθήκης. Για όσους όμως θέλουμε να λεγόμαστε Ορθόδοξοι χριστιανοί,
δεν γίνεται να υπάρχουν δύο στάσεις ζωής, μία κοσμική και μία πνευματική,
διότι θα ήταν σαν να απορρίπτουμε το κήρυγμα του Χριστού η να το επικαλούμεθα
μόνο όταν μας είναι βολικό. Ο Ίδιος ο Κύριος μας δήλωσε: “Ουδείς
οικέτης δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν” (Λουκ. 16, 13).
Αν δούμε ιστορικά τον χριστιανισμό
σε επίπεδο κρατών, θεσμών και κοινωνιών, θα διαπιστώσουμε μία παταγώδη
αποτυχία, μια μεγάλη δυσκολία των ανθρώπων να το προσλάβουν. Ο ευαγγελικός
λόγος δεν ευθύνεται καθόλου για το γεγονός ότι οι λεγόμενοι
"Χριστιανικοί" λαοί έφτιαξαν τυραννικές εξουσίες και προσπάθησαν,
βάζοντας μπροστά μία σημαία με σταυρό, να νικήσουν τους άλλους λαούς.
Δεν ευθύνεται το Ευαγγέλιο για το γεγονός ότι οι άνθρωποι σκοτώνουν
ο ένας τον άλλο στο όνομα του Χριστού και της δήθεν δικαιοσύνης Του.
Αυτό οφείλεται στην αδυναμία των ανθρώπων να προσλάβουν το Ευαγγέλιο.
Οφείλεται στο ότι δεν σχετίστηκαν τελικά με τον Κύριο και με το λόγο
της αγάπης Του. Όσοι όμως στο διάβα του χρόνου θέλησαν να συνταχθούν με το
«εσφαγμένον αρνίον», πόθησαν να ανήκουν πραγματικά στο σώμα του Χριστού, γεύτηκαν
την Βασιλεία Του και έγιναν Άγιοι, δίκαιοι, όσιοι της διπλανής πόρτας.
Ζούμε σε
μία θλιβερή ιστορική περίοδο. Είμαστε ένας λαός αποκομμένος από
τις παραδόσεις του, παραδομένος σε διάφορες θεωρίες και ιδεολογίες,
με κοινωνικά κινήματα που αιματοκύλησαν την Ελλάδα. Με κοινωνικές
διεκδικήσεις που αντί να φέρουν μία καλύτερη ζωή στην ουσία διέλυσαν
τον κοινωνικό ιστό και την οικονομία. Παραδομένοι τα τελευταία
χρόνια σε έναν άκρατο καταναλωτισμό, φτάσαμε στο σημείο να έχουμε
μία τεράστια πνευματική κρίση, και τώρα παραδομένοι στα κατώτερα
ένστικτά μας φωνάζουμε για τους ξένους δυνάστες και τον κακό καπιταλισμό
αγνοώντας τη δική μας ευθύνη. Οι μεγάλες δυνάμεις πάντα έπαιζαν τα
γεωπολιτικά παιχνίδια τους, αλλά είναι η αμαρτία πάντα που δίνει χώρο στον
πειρασμό. Αν ένας λαός έχει συνοχή, έχει ενότητα και διατηρεί ισχυρή την
ταυτότητά του, δύσκολα μπορεί να αλλοτριωθεί και να νικηθεί. Κι εμείς δυστυχώς
είμαστε πια ένα έθνος που μοιάζει τυφλό, αρνείται ο,τι καλό έχει, λησμονά
την προίκα που του έδωσαν οι παλαιοί και προχωρά στο μέλλον χωρίς ταυτότητα.
Αυτός το γένος είναι επόμενο να υποφέρει.
Παράδοξο
φαίνεται και το γεγονός ότι συνεχώς βλέπουμε αόρατους εχθρούς γύρω
μας, οι οποίοι θέλουν να καταστρέψουν τη χώρα μας, την πίστη μας, την
ορθοδοξία μας, μα δεν κοιτάμε καθόλου την δική μας αμαρτία. Το φρούριο
της πίστης μας θα ήθελε να το κατακτήσει ο οποιοσδήποτε εχθρός αν ήταν
όντως φρούριο. Ο τρόπος με τον οποίο μας βλέπουν οι ξένοι και οι αλλόθρησκοι
είναι μάλλον περιφρονητικός και συμβαίνει αυτό γιατί εμείς επιλέξαμε
να έχουμε μία τέτοια εικόνα για τον εαυτό μας. Είναι περιφρονητικός
διότι ούτε κοινωνική συνοχή έχουμε, αλλά ούτε και ισχυρή ταυτότητα.
Δεν γνωρίζουμε ποιοί είμαστε και που πάμε. Ισχυριζόμαστε σαν λαός
ότι είμαστε απόγονοι επιφανών Ελλήνων προγόνων αλλά δεν μπήκαμε
ποτέ στον κόπο να τους γνωρίσουμε. Έχουμε μία τεράστια και υπέροχη
υπερχιλιετή ιστορία της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
και την αρνούμεθα. Έχουμε μία πίστη η οποία είναι σωτήρια και την
χλευάζουμε. Συνεπώς, ας μην αυταπατώμεθα, κανείς δεν μας φταίει!
Ο λόγος
της Εκκλησίας είναι εκ διαμέτρου αντίθετος από τη λογική του κόσμου.
Έχουμε μία τεράστια πνευματική παρακαταθήκη, το λόγο του Χριστού,
τις διδαχές της Εκκλησίας μας, την διδασκαλία των Πατέρων και όλο
αυτό το θησαυρό τον αρνούμεθα η Τον αγνοούμε παντελώς. Πολλοί από
εμάς αντιμετωπίζουμε την Εκκλησία είτε σε ένα χώρο μυστικών τελετουργιών
που δεν τις καταλαβαίνει κανένας, είτε σαν μια «θρησκεία» καθωσπρέπει
ανθρώπων, κι έτσι θυμίζουμε τους αυτοδικαιωμένους Φαρισαίους, που νόμιζαν
ότι για να είσαι Χριστιανός απλώς πρέπει να εφαρμόζεις καθήκοντα
και τίποτε άλλο. Αν λείπει κάτι σήμερα από χώρο της Εκκλησίας αλλά
και από την κοινωνία μας, είναι μία διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων
που θα τα τοποθετήσει σε μία σωστή βάση, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει
να αναδυθεί η ελπίδα. Που θα ορίζει ως πρόβλημα την απομάκρυνση
του ανθρώπου από τον Θεό και θα αναγνωρίζει το μεγάλο πρόβλημα ταυτότητας
που έχει ο σημερινός Έλληνας και γι᾽ αυτό δεν ξέρει ποιός είναι, που
πατά λκαι που πηγαίνει.
Ποιά
μπορεί τελικά είναι η ελπίδα μας; Δυστυχώς, μόνο η ταπείνωση! Η ιστορία
διδάσκει ότι όσο πιο πολύ ταπεινώνεται ένας λαός, τόσες πιο πολλές
ευκαιρίες έχει να αρχίσει να ανακάμψει. Και αυτή η ακούσια ταπείνωση
δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί στην Ελλάδα. Ας δούμε τους Έλληνες του
Πόντου και της Μικράς Ασίας που ήρθαν στην Ελλάδα το 1922 έχοντας χάσει
τα πάντα και φέρνοντας στις αποσκευές τους, ως τον πολυτιμότερο θησαυρό
τους, μία εικόνα της Παναγίας η του Χριστού. Αυτοί οι άνθρωποι στάθηκαν
και πάλι στα πόδια τους και έχτισαν απ᾽ την αρχή τα σπίτια τους σε νέα
πατρίδα. Αλλά πριν αρχίσουν με την ανοικοδόμηση της προσωπικής
τους οικίας, κύριο μέλημά τους υπήρξε η ανοικοδόμηση της εκκλησιάς
τους, για την οποία όλοι βοηθούσαν και μεριμνούσαν. Και στην συνέχεια
βοηθούσε ο ένας τον αλλο στο χτίσιμο των σπιτιών τους (και όχι ο καθένας
μόνος του) με αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα να ξαναδημιουργήσουν
και να αναγεννηθούν από τις στάχτες. Αυτοί οι άνθρωποι μεγαλούργησαν
διότι είχαν μία συνοχή, μία ομοιογένεια, μία δυνατή πίστη που
τους ένωνε, μία πολύ ισχυρή ταυτότητα που μόνο σεβασμό ενέπνεε.
Τι κοινό έχουμε οι Νεοέλληνες με αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους;
Στην
παράδοση της Εκκλησίας μας υπάρχει ο τρόπος ζωής που ονομάζεται
χαρμολύπη. Είναι ένας τρόπος που διασφαλίζει ότι ο άνθρωπος μπορεί
να υπάρξει σε αυτό τον κόσμο χαρούμενος ενώ ταυτόχρονα να έχει απόλυτη
συνείδηση της πραγματικότητας γύρω του. Να γνωρίζει την συλλογική
αμαρτία, αλλά και την προσωπική του αμαρτία κι όμως να είναι χαρούμενος. Είναι
ένας δρόμος που όχι απλώς κάνει τους ανθρώπους να γίνονται δυναμικοί
αλλά να γίνονται και Άγιοι. Είναι ένας τρόπος που κάνει τον άνθρωπο
να πατάει πολύ γερά στα πόδια του και με την καρδιά του να ονειρεύεται
τη βασιλεία των ουρανών. Η χαρμολύπη που είναι ζητούμενο στην πνευματική
ζωή σημαίνει ότι ο άνθρωπος λυπάται για τις αμαρτίες του και οδηγείται
στη μετάνοια, με αποτέλεσμα να έλκει τη χάρη του Θεού στην καρδιά
του και τον κάνει να έχει μία ανείπωτη ευτυχία, ακατανόητη για
τους πολλούς, γιατί μπορεί να χαίρεται τη ζωή του κάθε μέρα ο,τι και να
συμβαίνει γύρω του. Αλίμονό μας αν σκεφτούμε ότι οι Άγιοι της Εκκλησίας
ήταν δυστυχισμένοι, αν αναλογιστούμε ότι όλοι αυτοί στους οποίους
έχουμε προσευχηθεί και έχουμε διαβάσει το λόγο και τις νουθεσίες
τους ήταν άνθρωποι που γκρίνιαζαν σαν κι εμάς.
Δυστυχώς,
ξεχάσαμε πως ο Χριστός σαρκώθηκε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε για
να μας δείξει το δρόμο προς την σωτηρία. Αδιαφορήσαμε γι᾽ αυτήν. Τον
Θεό Τον θέλουμε σαν ένα «φυλαχτό» για να συνεχίσουμε να ζούμε την καταναλωτική
ζωή μας. Ήρθε ο καιρός να συναχθούμε ως αληθινοί χριστιανοί. Να καταλάβουμε
τι θα πει λαός του Θεού: όχι κάποιος που το γράφει στην ταυτότητα, όχι
κάποιος ο οποίος εκτελεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα, όχι κάποιος
που θυμάται τον Θεό όταν αρρωστήσει, αλλά κάποιος που ζει και αναπνέει
έχοντας στο νου, την καρδιά και την ψυχή του τον Θεό.
Η απόσταση
ανάμεσα στην αποστολική Εκκλησία και την Εκκλησία του σήμερα είναι
χαοτική. Παρηγοριά μεγάλη και ελπίδα είναι οι μικροί πυρήνες ανθρώπων
που προσπαθούν να ζήσουν με το πνεύμα του Ευαγγελίου, σε ενορίες,
παρεκκλήσια και μοναστήρια. Χριστιανός ορθόδοξος είναι όποιος μετέχει
συστηματικά στα μυστήρια της Εκκλησίας και έχει ενεργό δράση στο
χώρο της ενορίας του. Είναι εκείνος που αγωνίζεται να αλλοιώσει τον εαυτό
του, να γίνει δοχείο της θείας χάριτος και με την αγάπη του να επηρεάζει
και τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Δίνει ελπίδα, χαμογελάει,
βοηθάει χωρίς να ζητάει, είναι αισιόδοξος, παρηγορεί τον καταφρονημένο,
ακούει τον συνάνθρωπο, κατανοεί τις ανάγκες του, έχει ένα καλό λόγο
για όλους, δεν κατακρίνει διότι ξέρει ότι αύριο μπορεί να κατακριθεί
και ο ίδιος, πάντα υπομένει, πάντα ελπίζει, πάντα αγαπάει.
Δεν υπάρχει
στην ιστορία της ανθρωπότητας σημαντικότερη πολιτική πράξη από
την πράξη που μπορεί να κάνει ένας χριστιανός. “Άλλαξε εσύ και θα αλλάξουν
πολλοί γύρω σου”, νουθετούν οι Άγιοι. Ο χριστιανός ουδέποτε διεκδίκησε
τα δικαιώματά του στα πεζοδρόμια και στις πορείες, ουδέποτε ταυτίστηκε
με τις κραυγές του μάταιου κόσμου, αλλά είχε πάντα στην καρδιά του τον
Χριστό. Και γι αυτό γινόταν μάρτυρας, πέθαινε για να ζήσει ο κόσμος. Κι όταν
ζει σε περίοδο ειρήνης, όπως στις μέρες μας, ζεί το μαρτύριο της συνειδήσεως,
καθώς παλεύει την αμαρτία του. Ακόμα κι αν γύρω μας τα πάντα είναι κόλαση,
μπορούμε στην καρδιά μας να έχουμε έναν παράδεισο και να τον μεταδίδουμε
και στους άλλους.
Ο
Χριστός μέσα από το λόγο Του δεν μας κορόιδεψε, δεν μας υποσχέθηκε
χριστιανικές βασιλείες, αντιθέτως είπε πως όποιος θέλει να Τον ακολουθήσει
ας σηκώσει το σταυρό του και ας απαρνηθεί τον εαυτό του. Να αφυπνιστούμε
διότι παραμονεύει η οργή και η κατάθλιψη που οδηγούν σε τρομακτικά
αδιέξοδα. Και ξεχνούμε ότι αυτή τη στιγμή γίνονται πόλεμοι στον κόσμο,
ότι πεθαίνουν παιδιά από την πείνα, ότι άνθρωποι διανύουν πολλά χιλιόμετρα
για να φτάσουν σε πόσιμο νερό κι εμείς γκρινιάζουμε, βρίζουμε και καταστρέφουμε
την πόλη μας, και παραδινόμαστε βορά σε πολιτικές θεωρίες δοκιμασμένες
και αποτυχημένες.
Το Ευαγγέλιο
είναι το μυστικό της ζωής που κάνει την ψυχή μας να πετάει στα ουράνια.
Η Εκκλησία είναι ο μόνος θεσμός που απέμεινε, που έχει παράδοση,
ταυτότητα, ιδεολογία αγάπης, που έχει μία συνέχεια εδώ και 2.000
χρόνια, γιατί είναι το σώμα του Χριστού. Πολλές ιδεολογίες χάθηκαν
στην λήθη της ιστορίας. Ήρθε η ώρα για μας που θέλουμε να λεγόμαστε
χριστιανοί, να το εννοήσουμε και να επιθυμήσουμε την Βασιλεία των
ουρανών. Δεν έχει σημασία σε ποιά ηλικία βρισκόμαστε, ακόμα και
στα ενενήντα μας μπορούμε να μετανοήσουμε. Δεν υπάρχει πιο θλιβερό
πράγμα από το να φωνάζουμε για το τι θα συμβεί σε δέκα χρόνια και να πεθάνουμε
αύριο το πρωί σαν τον άφρονα πλούσιο. Ψάχνουμε σημάδια για το πότε θα
έρθει το τέλος του κόσμου, για το πότε θα έρθει ο αντίχριστος, βυθιζόμαστε
σε θεωρίες συνωμοσίας και δεν αναλογιζόμαστε ότι πρώτα μπορεί
να έρθει το τέλος το δικό μας και να έχουμε αναλώσει το πολύτιμο δώρο
της ζωής σε μεμψιμοιρίες, γκρίνια και κατάκριση για τους άλλους.
Παντού
βασιλεύει ο θάνατος κι εμείς αντί να χαρούμε τη σημερινή ημέρα,
που είναι η μόνη που έχουμε σίγουρη, χαραμίζουμε τη ζωή μας στο αύριο.
Ο Ίδιος ο Κύριος μας κάλεσε να μην μεριμνούμε για το αύριο: “Μη ουν μεριμνήσητε
εις την αύριον˙ η γαρ αύριον μεριμνήσει τα εαυτής˙ αρκετόν τη ημέρα
η κακία αυτής” (Ματθ. 6, 34). Και έτσι γινόμαστε πλέον από αγαθό ποίμνιο,
αγέλη άγριων ζώων, ζώντας μέσα στο άγχος και την κατάθλιψη. Μέσα σε
όλη αυτή την κατήφεια η ανάπαυση που φέρνει η σχέση με τον Χριστό, η
χαρά που φέρνει η σημερινή ημέρα, η ελπίδα που φέρνει το Ευαγγέλιο
στη ζωή μας ας είναι το πρωταρχικό και κυρίαρχο μέλημά μας.
Το
κήρυγμα των Αποστόλων διαδόθηκε σε χειρότερες εποχές από την δική μας
και αυτοί οι άνθρωποι μέσα στην σκληρή ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μέσα
σε εκείνο το νομικό καθεστώς των Εβραίων και μέσα στη σκληροκαρδία
των ειδωλολατρών, γυρνούσαν χαμογελαστοί τον κόσμο και διέδιδαν
το Ευαγγέλιο παντού κι είχαν χαρά μεγάλη! Εμάς μας πήραν από το στόμα
τα καταναλωτικά μας αγαθά και ουρλιάζουμε˙ ας ξαναγίνουμε χριστιανοί
για να χαρούμε, καθώς “ενός δε εστί χρεία” (Λουκ. 10, 42). Εκείνοι οι
ψαράδες τα παράτησαν όλα και Τον κυνήγησαν από πίσω, δεν νοιάστηκαν
αν θα χάσουν το μισθό τους και τη βολή τους και Τον ακολούθησαν. Ο λόγος
του Χριστού είναι αδιάψευστος: “ουκ επ᾽ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος
αλλ᾽ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού” (Ματθ. 4, 4).
Έφτασε
ο καιρός να πάρουμε τον εαυτό μας στα σοβαρά και να αναλογιστούμε
τις ευθύνες μας για να ξαναγίνουμε “άλας της γης”, για να είμαστε πραγματικά
ευτυχισμένοι άνθρωποι. Όχι επειδή θα κατέχουμε, αλλά επειδή θα
μετανοούμε. Να ξαναβάλουμε την αγάπη του Χριστού στην καρδιά μας
και να την μεταδώσουμε και σε άλλους. Να γίνουμε Απόστολοι του Κυρίου
και με το ήθος μας να προσελκύουμε και άλλους. Να πλατύνει ο νους και η
ψυχή μας και να χωράει τον καθένα μέσα. Να πάψουμε να δείχνουμε τους
πολιτικούς και να βλέπουμε στον καθρέπτη τους εαυτούς μας. Να σταματήσουμε
να ντρεπόμαστε να λέμε ότι είμαστε χριστιανοί και να είμαστε περήφανοι
γι᾽ αυτό. Και κάθε ενορία να γίνει χώρος παρηγοριάς, αγάπης, στήριξης,
ζύμωσης διαφορετικών απόψεων, κατάρτισης και εν τέλει κρυφό σχολειό,
όπως ήδη είναι εφ᾽ όσον διαδίδει και αναπαράγει έναν διαφορετικό
λόγο.
Ήρθε ο
καιρός της συγκομιδής, ήρθε ο καιρός των Αποστόλων, ήρθε ο καιρός
των γνήσιων χριστιανών. Ας ελπίσουμε επιτέλους! Ας αναζητήσουμε
τον Κύριο στη ζωή μας. Κι Εκείνος μας περιμένει υπομονετικά να Του
πούμε: “Δεν αντέχω άλλο, Θεέ μου, φώτισόν μου το σκότος”!
Απομαγνητοφώνηση, επεξεργασία: Σωτήρης Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου